Ο Κύπριος κεντρικός αμυντικός Σταύρος Στυλιανού, γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου του 1951, στη Λεμεσό. Ένας εξαιρετικός αμυντικός, απροσπέλαστος στα καθήκοντα του, πέρασε τα 22 χρόνια της ποδοσφαιρικής του καριέρας με την ΑΕΛ και τον Απόλλωνα, κατακτώντας 2 σημαντικούς τίτλους και με τους δυο συλλόγους, μεταξύ των οποίων 1 Πρωτάθλημα Κύπρου το 1968 με την ΑΕΛ και 1 Κύπελλο Κύπρου το 1986 με τον Απόλλωνα. Θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους κεντρικούς αμυντικούς της δεκαετίας του 1970 και του 1980. Αργότερα έγινε προπονητής.
Γεννημένος στη Λεμεσό, έπαιξε στην ΑΕΛ από το 1965 έως και το 1980, κερδίζοντας 1 Εθνικό Πρωτάθλημα κατά τη διάρκεια αυτής της 14ετίας. Το 1980 σε ηλικία 30 ετών, άφησε την ΑΕΛ, υπογράφοντας στον Απόλλωνα, στον οποίο παρέμεινε μέχρι το τέλος της καριέρας του. Κέρδισε με τους "κυανόλευκους" το Κύπελλο Κύπρου του 1986. Έπαιξε συνολικά 400 επίσημους αγώνες σε όλες τις διοργανώσεις, Εθνικές και Διεθνείς, όντας πάντα η πρώτη επιλογή για το κέντρο της αμυντικής γραμμής των ομάδων που εκπροσώπησε. Έκλεισε την καριέρα του σε ηλικία 36 ετών, έχοντας συνδέσει άρρηκτα το όνομα του με τους δυο μεγάλους συλλόγους της Λεμεσού. Ήταν αναπόσπαστο μέλος της Εθνικής ομάδας, κερδίζοντας συνολικά 54 συμμετοχές.
Το Pafossports φιλοξενεί σήμερα μια μεγάλη δόξα της ΑΕΛ και του Απόλλωνα τον Σταύρο Στυλιανού. Έναν παλιό άσσο των γηπέδων που ξεκίνησε την καριέρα του από την ΑΕΛ και την έκλεισε στον Απόλλωνα, φορώντας για 22 χρόνια τη φανέλα των δυο ιστορικών συλλόγων της Λεμεσού. Σε μια μεγάλη συνέντευξη ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις του λέγοντας μας παλιές και ενδιαφέρουσες ιστορίες από το παρελθόν. Πως ξεκίνησε το ποδόσφαιρο, ποιος τον ανακάλυψε στις αλάνες της Λεμεσού, πως έζησε την παρουσία του στο πρωτάθλημα της Α΄ Κατηγορίας με τη φανέλα της ΑΕΛ, για την μεταγραφή του στον Απόλλωνα, την Εθνική ομάδα, τι θυμάται από αυτή τη μεγάλη διαδρομή στα γήπεδα. Παράλληλα ο Σταύρος Στυλιανού μιλά για το σημερινό Κυπριακό Ποδόσφαιρο.
Ο Σταύρος Στυλιανού είναι πραγματικά μια εμβληματική φυσιογνωμία για το ποδόσφαιρο της Λεμεσού. Πεισματάρης, μαχητής, παίκτης που τα έδινε όλα στο γήπεδο με αντάλλαγμα το χειροκρότημα και την αγάπη του κόσμου. Όπως έκαναν όλοι οι παίκτες παλιότερων εποχών. Πραγματικά μας αρέσει να μιλάμε με παλιούς ποδοσφαιριστές. Όλοι έχουν και κάτι καλό να σου πουν, μια ιστορία που θα συναρπάσει η γεγονότα που έγραψαν ιστορία. Αντί άλλου προλόγου η μπάλα στα πόδια του Σταύρου Στυλιανού.
Συνέντευξη του Κώστα Ιωάννου.
Παρακολουθώ ποδόσφαιρο από το σπίτι. Έχω σταματήσει να πηγαίνω στα γήπεδα.
Πως είναι η κατάσταση στο σημερινό Κυπριακό ποδόσφαιρο ;
Θα σου πω με κάθε ειλικρίνεια. Έχω ως παίκτης και προπονητής μια προϋπηρεσία 50 χρόνων στο ποδόσφαιρο. Πλέον στην Κύπρο η μπάλα έχει γίνει επιχείρηση. Εγώ έχω μάθει στη ζωή μου να λέω τα πράγματα με το όνομα τους. Βλέπω αντί να λιγοστεύουν οι ξένοι παίκτες που λαμβάνουν μέρος στο πρωτάθλημα μας να αυξάνονται. Από 17 τους έχουμε ανεβάσει στους 19. Ποιος Κύπριος παίκτης θα μπορεί πλέον να παίξει ποδόσφαιρο ; Αν πάμε πίσω στη δική μου εποχή, θα δούμε πως εγώ ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο το 1966 και σε ηλικία 15 ετών έγινα βασικός στην πρώτη ομάδα της ΑΕΛ. Βρέθηκα έως συμπαίκτης και αντίπαλος με τα Ιερά Τέρατα του Κυπριακού ποδοσφαίρου. Με τα σημερινά δεδομένα έχω την εντύπωση ότι η Κυπριακή Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου με τις αποφάσεις της ουσιαστικά καταστρέφει τους Κύπριους παίκτες. Εγώ μόλις στα 15 μου χρόνια πήρα την ευκαιρία από τον τότε προπονητή μου στην ΑΕΛ, να παίξω ποδόσφαιρο. Έπαιξα βασικός μέχρι την ηλικία των 36 ετών. Εκείνη την εποχή οι ομάδες στην Κύπρο δεν είχαν την δυνατότητα να δαπανήσουν μεγάλα ποσά για μεταγραφές ξένων ποδοσφαιριστών. Ένας παίκτης όπως εγώ, που έχει παίξει 22 χρόνια ποδόσφαιρο, θα έπρεπε αυτή τη στιγμή που μιλάμε να είναι πάμπλουτος. Δυστυχώς εμείς έχουμε μείνει μόνο με τα παπούτσια που φορούσαμε. Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση πολύ δύσκολα θα μπορέσουν στο άμεσο μέλλον να προχωρήσουν και να αναδειχθούν με επιτυχία δικά μας παιδιά.
Η Κύπρος συνεχίζει να βγάζει ταλέντα ;
Κοίταξε. Τα δεδομένα της σημερινής εποχής είναι πολύ διαφορετικά από αυτά της δικής μου. Εμείς τότε παίζαμε ποδόσφαιρο κάτω από πολύ δύσκολες έως αντίξοες συνθήκες. Οι ομάδες δεν είχαν την οικονομική ευχέρεια να μας προσφέρουν καν τα απαραίτητα που πρέπει να έχει στη διάθεση του ένας ποδοσφαιριστής για να μπορέσει να παίξει μπάλα. Αντίθετα τα πράγματα στις μέρες είναι σαφώς καλύτερα σε όλους τους τομείς για τους σημερινούς παίκτες. Ο βασικός λόγος που οι Κύπριοι ποδοσφαιριστές μένουν ως συνήθως στον πάγκο είναι γιατί οι ομάδες μας έχουν ως προτεραιότητα τους την άμεση επιτυχία. Θέλουν να βγουν στις Ευρώπη για να εξασφαλίσουν σημαντικά οικονομικά οφέλη. Για να μπορέσουν να πετύχουν τους στόχους τους πάνε στην εύκολη λύση που είναι να εντάξουν στο έμψυχο δυναμικό τους πιο έτοιμους παίκτες από το εξωτερικό. Το αποτέλεσμα είναι τα δικά μας παιδιά να μένουν στο περιθώριο.
Επιτρέψετε μου κύριε Στυλιανού να σας ρωτήσω κάποια πράγματα για τη δική σας πορεία στα γήπεδα. Από που κατάγεστε ;
Κατάγομαι από τη Λεμεσό.
Σε ποια ηλικία μπαίνει στη ζωή σας το ποδόσφαιρο ;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην ενορία Άγιου Ιωάννη. Από την ηλικία των 12 ετών, εντάχθηκα στον Σπαρτιάτη, την ομάδα της γειτονιάς μου, που λάμβανε μέρος στο αγροτικό πρωτάθλημα. Εκεί με είχε δει αγωνιζόμενο ένας έφορος της ΑΕΛ και αφού σχημάτισε καλή άποψη για μένα, στη συνέχεια με πείρε και με ενέταξε στις τάξεις της ομάδας.
Ποιες ήταν οι πρώτες σας εντυπώσεις από την ΑΕΛ ;
Ξεκίνησα προπονήσεις με τη δεύτερη ομάδα. Έκανα όλα κι όλα τέσσερα παιχνίδια. Το 1965-66, σε ηλικία μόλις 15 ετών, βρέθηκα στην ανδρική ομάδα της ΑΕΛ και σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα εξελίχθηκα σε βασικό και αναντικατάστατο μέλος της.
Ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο από την ομάδα της περιοχής μου. Σε εντελώς ερασιτεχνικό επίπεδο. Απλά μαζευόμασταν μια παρέα από παιδιά που ήμασταν φίλοι μεταξύ μας και παίζαμε μπάλα. Η ΑΕΛ στην ουσία με ανάθρεψε ποδοσφαιρικά. Ήμουν ένας ταλαντούχος παίκτης που εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο προικισμένους παίκτες της εποχής του. Από τα 12 μέχρι και τα 30 μου χρόνια ήμουν βασικό κομμάτι της ομάδας. Όταν έφυγα το 1980 από την ΑΕΛ, στην ηλικία των 30 ετών, για πολλούς ήμουν μεγάλος και ξεπερασμένος. Διότι την εποχή εκείνη οι παίκτες έβαζαν τέλος στη καριέρα τους στα 24 με 25 τους χρόνια. Θεωρούνταν από τους παράγοντες των συλλόγων πως ήταν μεγάλης ηλικίας. Εγώ αντίθετα άντεξα μέχρι τα 30. Ήμουν για δέκα χρόνια αρχηγός της ΑΕΛ. Με την εμπειρίες που είχα αποκτήσει στην πορεία έπεισα πολλούς ποδοσφαιριστές, μικρότερης ηλικίας από μένα να παραμείνουν και να συνεχίσουν να παίζουν ποδόσφαιρο στην ομάδα.
Βρεθήκατε ξαφνικά με νέους συμπαίκτες. Πως ήταν μαζί σας οι πιο παλιοί παίκτες της ΑΕΛ ;
Θα σου πω Κώστα με κάθε ειλικρίνεια. Είχαμε σαν ομάδα μια εκπληκτική ομοιογένεια. Αυτό ήταν το μεγάλο μας όπλο όταν πήραμε το πρωτάθλημα της σεζόν 1967-68. Μια ομάδα που αποτελείτο στην μεγάλη της πλειοψηφία από αμούστακα παιδιά και με πρωτεργάτη τον Λοίζο Παντελίδη, έναν προπονητή που του άρεσε να δουλεύει με νεαρούς παίκτες. Όλοι οι συμπαίκτες μου τότε ήταν της ίδιας ηλικίας με εμένα. Μια ομάδα χωρίς ιδιαίτερες παραστάσεις και εμπειρίες. Είχαμε δίπλα μας, τέσσερις παίκτες μεγαλύτερους από εμάς οι οποίοι συνεχώς μας παρότρυναν και μας έδιναν θάρρος. Ζητούσαν από εμάς να παίξουμε ποδόσφαιρο και να ματώσουμε τη φανέλα της ΑΕΛ. Για να καταλάβεις εκείνη την εποχή δεν είχαμε καν παπούτσια να φορέσουμε. Παίζαμε μπάλα μέσα στο ξερό γήπεδο του ΓΣΟ, σε έναν αγωνιστικό χώρο εντελώς ακατάλληλο για ποδόσφαιρο. Και όμως οι παίκτες τότε ήταν πιο αγαπημένοι και περισσότερο δεμένοι μεταξύ τους. Ασφαλώς σημαντικό ρόλο σε αυτό, έπαιζε το γεγονός πως η ομάδα αποτελείτο αποκλειστικά από Κύπριους παίκτες. Ο ένας ήθελε να βοηθήσει τον άλλο. Ενώ τώρα οι πλείστοι ποδοσφαιριστές, το μόνο πράγμα που τους απασχολεί είναι το χρήμα. Δεν τους νοιάζει η φανέλα που φοράνε.
Εσείς προσωπικά πως αντιμετωπίσατε αυτή την πρόκληση ως νέο παιδί που ήσασταν τότε ;
Θα σου πω μια ιστορία. Τη σεζόν 1965-66, σε ένα εντός έδρας ματς, με αντίπαλο την Νέα Σαλαμίνα, ο Χριστάκης Δημητρίου (Πόντζιος), βασικός κεντρικός αμυντικός της ΑΕΛ τότε, ήταν στρατιώτης και δεν του είχαν δώσει άδεια για να μπορέσει να παίξει. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί κενό στην ομάδα. Ο μόνος διαθέσιμος στόπερ ήμουν εγώ. Και τότε ο προπονητής μου ο Λοίζος Παντελίδης με έβαλε να παίξω στη θέση του. Σε ηλικία 15 ετών. Από εκείνη την ημέρα με καθιέρωσε στην βασική ενδεκάδα. Έγινα αναντικατάστατο μέλος της ομάδας. Τερμάτισα την καριέρα μου στην ΑΕΛ, στα 30 μου χρόνια. Εξελίχθηκα στην πορεία σε ηγετική φυσιογνωμία και αρχηγός της. Με κάλεσαν στην Εθνική ομάδα για πρώτη φορά στην ηλικία των 18 ετών και έφθασα να παίξω βασικός σε συνολικά 54 αγώνες. Για να τα πετύχεις όλα αυτά πρέπει να πιστεύεις στον εαυτό σου.
Ξεκίνησα να παίζω ως σέντερ φορ. Ήμουν πολύ ψηλός και διέθετα αρκετά καλό άλμα. Για αυτό και στη τιμητική που είχα κάνει, όταν πήρα την απόφαση να τερματίσω την καριέρα μου, στο παιχνίδι μεταξύ του Απόλλωνα και του ΑΠΟΕΛ, έβγαλαν και μου χάρισαν ένα βιβλίο που είχε τον τίτλο ο "Χρυσοκέφαλος". Εξαιτίας των πολλών γκολ που πέτυχα ως παίκτης με το κεφάλι κατά τη διάρκεια της καριέρας μου. Στην πορεία όμως καθιερώθηκα ως κεντρικός αμυντικός. Στη θέση που ουσιαστικά διέπρεψα ως ποδοσφαιριστής.
Ποια ήταν τα πιο δυνατά σας ατού ;
Τότε οι ομάδες έπαιζαν με λίμπερο. Εγώ καθιερώθηκα στην ΑΕΛ σε αυτή τη θέση. Διέθετα την ικανότητα να διαβάζω εξαιρετικά τη κάθε πιθανή κίνηση του αντιπάλου. Όταν ήταν έτοιμός να βγάλει τη μακρινή πάσα πάντα έβγαινα πρώτος πάνω στη φάση για να μπορέσω να καλύψω ιδανικά τους δυο κεντρικούς αμυντικούς που είχα μπροστά μου. Επίσης είχα το πλεονέκτημα του άλματος. Δυσκολεύονταν πάρα πολύ οι αντίπαλοι παίκτες, να μου πάρουν κεφαλιά, όσο ψηλοί και αν ήταν. Μπορούσα να σηκωθώ στον αέρα ψηλότερα από αυτούς. Το τρίτο μεγάλο μου προσόν ήταν ότι ως ποδοσφαιριστής είχα διορατικότητα. Μπορούσα να μαντέψω που θα πάει η μπάλα και να δώσω τη σωστή πάσα προς τους συμπαίκτες μου. Είχα την ικανότητα να βγάλω μπαλιά ακριβείας από απόσταση 35-40 μέτρων. Από την δική μας περιοχή προς την αντίπαλη που βρισκόταν ο Παμπουλλής Παπαδόπουλος, ο τότε σέντερ-φορ της ομάδας μας, για να βάλει γκολ. Ήμουν ταλαντούχος ποδοσφαιριστής. Δεν είναι εύκολο να παίξεις για 22 χρόνια ποδόσφαιρο και μάλιστα να μπορέσεις να διατηρηθείς σε ένα τόσο ψηλό επίπεδο. Αν εγώ έπαιζα μπάλα τώρα θα ήμουν χωρίς καμία αμφιβολία εκατομμυριούχος.
Ταλέντο η δουλειά. Ποιο ήταν το στοιχείο που σας βοήθησε να φθάσετε στην κορυφή ;
Κοίταξε. Εγώ ήμουν ηγέτης. Έλεγα στους συμπαίκτες μου τι θα έπρεπε να κάνουν στο παιχνίδι. Είχα τον τρόπο να τους συμβουλεύω και να τους καθοδηγώ κατά τη διάρκεια ενός αγώνα. Διέθετα εκ φύσεως ηγετικές ικανότητες. Μπορούσα να τους πω για παράδειγμα πως είναι προτιμότερο να παίξουμε από τη δεξιά πλευρά του αντιπάλου γιατί ο αριστερός μπακ είναι ο πιο αδύνατός τους παίκτης. Αυτός ήταν και ο λόγος που μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής μου καριέρας εργάστηκα ως προπονητής για 16 ολόκληρα χρόνια.
Πως διαχειριζόσασταν την πίεση που είχε μια μεγάλη ομάδα όπως η ΑΕΛ, ειδικά στην αρχή που ήσασταν νέος στην ομάδα ;
Την εποχή εκείνη ο κόσμος της ΑΕΛ ήταν φανατικός. Αγαπούσε με μεγάλο πάθος την ομάδα και τους παίκτες της. Δεν έκαναν όμως ακρότητες. Για παράδειγμα όταν έπαιζε η ΑΕΛ με τον Απόλλωνα που ήταν το τοπικό ντέρμπι της Λεμεσού, υπήρχε όμορφη ατμόσφαιρα στις κερκίδες, στο αγωνιστικό χώρο γινόταν στη κυριολεξία "μακελειό" αλλά με το που τελείωνε το παιχνίδι ήμασταν μεταξύ μας όλοι φίλοι. Δεν αφήναμε εξωγενείς παράγοντες να μας επηρεάσουν η να μας φανατίσουν κατά τη διάρκεια των αγώνων. Κέρδιζε πάντα ο καλύτερος η ο πιο τυχερός.
Η ευχέρεια που είχατε στο σκοράρισμα ως κεντρικός αμυντικός ήταν ένα από τα μεγάλα σας προτερήματα ;
Τη σεζόν 1976-77, είχα βγει πρώτος σκόρερ της ΑΕΛ με 8 γκολ. Κάτι ανάλογο είχα πετύχει και ως παίκτης του Απόλλωνα το 1983-84. Ήμουν πολύ καλός στις εκτελέσεις πέναλτι και στις κεφαλιές. Για να καταλάβεις δεν έχανα πέναλτι με τίποτα. Όταν έπαιρνα την μπάλα για να το εκτελέσω ήμουν σίγουρος ότι θα σκοράρω.
Με ποιους συμπαίκτες σας υπήρξατε κορυφαίο αμυντικό δίδυμο στις ομάδες που αγωνιστήκατε ;
Στην ΑΕΛ είχα εξαιρετική συνεργασία στο κέντρο της άμυνας με τους Δημήτρη Χατζηκωνσταντή και Μάκη Σωκράτους, που ήταν φυσικά πιο νεαρός από μένα. Στον Απόλλωνα έκανα πολύ καλό δίδυμο με τον Αντρελλή. Εγώ σαν πιο μεγάλος τους καθοδηγούσα και τους έδινα της κατευθυντήριες γραμμές. Στην Εθνική ομάδα είχα φοβερή συνεργασία με τον Κυριάκο Κουρέα. Υπήρξαμε μαζί ένα ακτύπητο δίδυμο. Από τα κορυφαία εκείνης της εποχής. Και οι δύο ήμασταν ψηλοί και πολύ δυνατοί. Το αποτέλεσμα ήταν η μπάλα να μην περνά με τίποτα.
Τι μπορούμε να πούμε για την ΑΕΛ της δικής σας εποχής ;
Η ΑΕΛ όταν κατέκτησε το πρωτάθλημα της σεζόν 1967-68, διέθετε μια εξαιρετική ομάδα η οποία αποτελείτο από ταλαντούχους ποδοσφαιριστές. Το κλειδί της επιτυχίας μας ήταν χωρίς αμφιβολία η ανανέωση που είχε γίνει στην ομάδα. Τα νέα παιδιά που εντάχθηκαν στις τάξεις της ΑΕΛ έφεραν μαζί τους τον ενθουσιασμό και τη δίψα για επιτυχίες. Αν και ήμασταν νεαροί στην ηλικία υπήρξαμε ταυτόχρονα και πολύ δεμένοι μεταξύ μας. Μαζί με τους Κωστάκη Κίνα, Μιχάλη Κόκκινο, Πανίκο και Ζηνωνή Παπαδόπουλο που είχαν μείνει στην ομάδα είχαμε καταφέρει όλοι μαζί να φτιάξουμε ένα πολύ δυνατό σύνολο με τρομερή χημεία και συνοχή. Σε σύντομο χρονικό διάστημα είχαμε μάθει πολύ καλά ο ένας τον τρόπο παιχνιδιού του άλλου. Η εξαιρετική ομοιογένεια που είχαμε ως ομάδα μας επέτρεπε να παίζουμε καλό ποδόσφαιρο. Ήμασταν μεταξύ μας πολύ αγαπημένοι. Χωρίς προστριβές και προβλήματα. Λειτουργούσαμε σαν οικογένεια εντός αλλά και εκτός γηπέδου. Αγκαλιάζαμε σε μια δύσκολή στιγμή ο ένας τον άλλο και ξέραμε να δίνουμε θάρρος στον συμπαίκτη μας. Τα βράδια όταν έπεφτα να κοιμηθώ, παραμονές των αγώνων, εγώ δεν μπορούσα να κοιμηθώ από την αγωνία μου. Αν για παράδειγμα παίζαμε με την Ομόνοια, θα έπρεπε να σκεφτώ ποιος είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να μπορέσω να περιορίσω τον Σωτήρη Καιάφα, που θα ήταν ο προσωπικός μου αντίπαλος. Πως θα έπρεπε να τον αντιμετωπίσω εξαιτίας του ύψους και της δύναμης που διέθετε. Γνώριζα πως το δυνατό του σημείο ήταν οι κεφαλιές. Ο κάθε ένας μας τότε είχε στο μυαλό του με ποιο τρόπο μπορεί να βοηθήσει περισσότερο την ομάδα. Σύμφωνα πάντα και με τις οδηγίες που είχαμε από τον προπονητή μας.
Πόσα χρόνια παίξατε στην ΑΕΛ ;
Φόρεσα τη φανέλα της ΑΕΛ από τη σεζόν 1965-66 έως και το 1980.
Ποια είναι οι μεγαλύτερες σας στιγμές με την ΑΕΛ ;
Η κατάκτηση του πρωταθλήματος του 1968, η συμμετοχή μου με την ΑΕΛ στο πρωτάθλημα της Α΄ Εθνικής και η πρώτη μας παρουσία σε Ευρωπαϊκή διοργάνωση όταν το 1968-69, παίξαμε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών και είχαμε κληρωθεί ως αντίπαλοι με την Ρεάλ Μαδρίτης. Είχαν γίνει και τα δυο παιχνίδια στην έδρα της Ισπανικής ομάδας. Ήταν ανεπανάληπτη η εμπειρία να αγωνίζεσαι σε ένα ιστορικό γήπεδο όπως είναι το Σαντιάγκο Μπερναμπέου και μάλιστα στη παρουσία 100.000 φίλων της Ρεάλ Μαδρίτης που είχαν έρθει για να δουν τα παιχνίδια. Αποτελεί τη πιο γλυκιά ανάμνηση της ζωής μου. Είχα παίξει εκείνα τα ματς στα 17 μου χρόνια. Ήταν ένα ιστορικό γεγονός τόσο για εμάς τους παίκτες όσο και για το σύλλογο που εκπροσωπούσαμε.
Να σου πω. Ήμουν 30 χρονών. Εγώ κατάφερα να φθάσω σε αυτή την ηλικία γιατί ακόμη τα κότσια μου βαστούσαν γερά. Βρισκόμουν σε εξαιρετική κατάσταση, ήμουν αναντικατάστατο μέλος της ομάδας και αρχηγός. Πράγμα που είχε σεβαστεί η τότε διοίκηση της ΑΕΛ και με διατήρησε στην ομάδα μέχρι την ηλικία των 30 ετών. Μετά ήρθαν οι άνθρωποι του συλλόγου και μου είπαν "Έχεις κάνει καλές εμφανίσεις με την ομάδα μας. Μας έχεις βοηθήσει, εκτιμούμε αυτά που πρόσφερες και αν θέλεις να φύγεις από την ΑΕΛ, εμείς δεν θα σταθούμε εμπόδιο. Η πρόθεση μας είναι να σε αφήσουμε ελεύθερο". Τότε οι παράγοντες του Απόλλωνα, που γνώριζαν πολύ καλά τις δυνατότητες μου, αποφάσισαν να προχωρήσουν στην απόκτηση μου, με σκοπό να παίξω κοντά τους ποδόσφαιρο για ακόμη δυο χρόνια. Πρόεδρος του Απόλλωνα εκείνη την περίοδο ήταν ο Αντώνης Χατζηπαύλου. Μου είχε κάνει πρόταση να ενταχθώ στην ομάδα τους. Στο τέλος όταν έμαθε η ΑΕΛ, ότι θα πήγαινα με μεταγραφή στον Απόλλωνα είχε ζητήσει ως αντάλλαγμα για να με αφήσει ελεύθερο το ποσό των 5.000 λιρών. Τελικά πήγα στον Απόλλωνα το 1980. Η αλήθεια είναι πως η μεταγραφή μου από την ΑΕΛ στον Απόλλωνα προκάλεσε τριγμούς.
Τι μπορούμε να πούμε για τον Απόλλωνα της δικής σας εποχής ;
Μπορώ να σου πω με βεβαιότητα ότι στον Απόλλωνα έχω παίξει από το 1980 έως και το 1986 την καλύτερη μπάλα της καριέρας μου. Διότι εκείνη την περίοδο στην ομάδα υπήρχε ένας πολύ καλός και ποιοτικός κορμός από Κύπριους ποδοσφαιριστές. Τότε είχαμε εντάξει στο έμψυχο δυναμικό μας και ξένους παίκτες που έκαναν τη διαφορά. Όλα αυτά μαζί είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα πολύ δεμένο, δυνατό και αρκετά ανταγωνιστικό σύνολο. Οι συνθήκες στον Απόλλωνα για τους παίκτες ήταν ιδανικές. Μας βοηθούσαν να παίζουμε όμορφο και ελκυστικό ποδόσφαιρο. Αν τώρα με ρωτήσεις ποια ομάδα υποστηρίζω εγώ θα σου απαντήσω ότι αγαπώ και τις δυο εξίσου το ίδιο. Στην ΑΕΛ ανδρώθηκα ποδοσφαιρικά και στον Απόλλωνα ως παίκτης απογειώθηκα. Και οι δύο αυτές ομάδες είναι μέσα στη καρδιά μου. Αποτελεί μεγάλη τιμή για μένα που φόρεσα στη καριέρα μου τη φανέλα αυτών των δυο ιστορικών συλλόγων.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες σας στιγμές με τη φανέλα του Απόλλωνα ;
Έκανα τη καλύτερη μου σεζόν με τον Απόλλωνα το 1983-84. Όταν είχαμε τερματίσει στη 2η θέση, βγήκαμε στο Κύπελλο Ουέφα και εγώ ήμουν ο δεύτερος σκόρερ της ομάδας με 8 γκολ. Ξεχωριστή στιγμή αποτελεί για μένα η κατάκτηση του Κυπέλλου Κύπρου το 1986, όταν είχαμε κερδίσει στο Τσίρειο Στάδιο το ΑΠΟΕΛ με 2-0. Ήταν η χρονιά που στην ουσία αποφάσισα να σταματήσω το ποδόσφαιρο σε ηλικία 36 ετών.
Το 1986 όταν αποφάσισα να τερματίσω την καριέρα μου, ενδιάμεσα όταν ακόμα ήμουν εν ενεργεία ποδοσφαιριστής είχα πάει στην Ουαλία, με σκοπό να παρακολουθήσω ένα σεμινάριο για να μπορέσω να εξασφαλίσω το Full Butch δίπλωμα, για προπονητές Α ΄Κατηγορίας. Χρειάστηκε να πάω τρεις φορές σε διάστημα τριών μηνών. Η εμπειρία που απέκτησα τότε, μέσα από την προσπάθεια που έκανα για να εξασφαλίσω το ανώτερο δίπλωμα προπονητικής που υπήρχε σε ολόκληρο τον κόσμο, εκείνη την εποχή, αποδείχθηκε ιδιαίτερα σημαντική και πολύτιμη μένα. Τότε μόνο αν είχες εξασφαλίσει αυτό το δίπλωμα μπορούσες να εργαστείς ως πρώτος προπονητής στην Κύπρο. Στη συνέχεια δούλεψα ως τεχνικός στη δεύτερη ομάδα του Απόλλωνα, με την οποία είχα πάρει το πρωτάθλημα της σεζόν 1986-87. Από το 1989 έως και το 1991, εργάστηκα για μια διετία στην ΑΠΕΠ Πιτσιλιάς, την οποία ανέβασα από την Β΄ στη Α΄ Κατηγορία. Αργότερα δούλεψα με πολύ μεγάλη επιτυχία στον Ευαγόρα Πάφου από το 1991 μέχρι το 1994, στον Ολυμπιακό Λευκωσίας το 1995 και επέστρεψα ξανά στον Ευαγόρα το 1996, τον οποίο ανέβασα στη Α΄ Κατηγορία. Τη σεζόν 1996-97, ανέλαβα την τεχνική ηγεσία του Εθνικού Άσσιας ανεβάζοντας τον για πρώτη φορά στην ιστορία του από την Β΄ στην Α΄ Κατηγορία και τη σεζόν 1997-98, εργάστηκα στον Άρη Λεμεσού τον οποίο επίσης οδήγησα στην Α΄ Κατηγορία. Το 1998-99, διετέλεσα προπονητής της Εθνικής Ελπίδων και τη σεζόν 1999-2000 επέστρεψα στον Ευαγόρα. Δούλεψα για 16 συνεχόμενα χρόνια ως πρώτος προπονητής. Από το 2000 έως και το 2002 διετέλεσα τεχνικός διευθυντής στον Απόλλωνα Λεμεσού και από το 2002 μέχρι το 2016, υπήρξα Τεχνικός Διευθυντής της Κυπριακής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου. Το 2008 ήμουν προπονητής της Εθνική Ομάδας των Ενόπλων Δυνάμεων της Κύπρου. Όπως καταλαβαίνεις έχω περάσει σχεδόν όλη μου τη ζωή στο ποδόσφαιρο.
Η ομάδα με την οποία έχετε συνδέσει περισσότερο την προπονητική σας σταδιοδρομία είναι ο Ευαγόρας Πάφου ;
Σίγουρα είναι ο Ευαγόρα Πάφου. Είχα την τιμή να εργαστώ ως προπονητής σε μια ιστορική ομάδα την οποία ευτύχησα να οδηγήσω σε σημαντικές επιτυχίες. Αποτελεί χωρίς αμφιβολία έναν σύλλογο με τον οποίο έχω δεθεί τόσο συναισθηματικά όσο και επαγγελματικά. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις όμορφες στιγμές που έζησα στην Πάφο.
Σαν ποδοσφαιριστής πάντα σκεφτόμουν το παιχνίδι που είχα μπροστά μου. Το αντιμετώπιζα με μεγάλη σοβαρότητα. Προσπαθούσα να προετοιμαστώ όσο το δυνατόν καλύτερα ανάλογα με το ποιος θα ήταν ο προσωπικός μου αντίπαλος. Ερχόταν ο προπονητής με συμβούλευε και μου έδινε τις οδηγίες του. Έδινα ιδιαίτερη προσοχή στα προτερήματα και τα μειονεκτήματα των αντιπάλων μου. Μπορούσα να διαγνώσω που θα έπρεπε περισσότερο να εστιάσω την προσοχή μου. Γνώριζα πολύ καλά πως από την δική μου καλή απόδοση η ομάδα μου θα έπαιρνε τη βοήθεια που χρειαζόταν για να φθάσει στην νίκη. Αναλάμβανα το προσωπικό μαρκάρισμα των καλύτερων επιθετικών του πρωταθλήματος και είχα τις περισσότερες φορές τον τρόπο να τους αντιμετωπίζω σωστά και να βγαίνω νικητής.
Υπήρχε τακτική στη δική σας εποχή ;
Φίλε μου όχι. Μας έλεγε κάποιες κουβέντες ο προπονητής πριν από τους αγώνες. Λίγα και μεστά πράγματα. Συνήθως παίζαμε με 4 παίκτες και 1 λίμπερο στην άμυνα. Με συνολικά 5 ποδοσφαιριστές στην άμυνα, 2 στη μεσαία γραμμή και 3 στην επίθεση. Δεν είχαμε τις ταχτικές που υπάρχουν σήμερα στο ποδόσφαιρο. Το μόνο πράγμα που είχαμε τότε ήταν ότι παίζαμε συνήθως παιχνίδι με τη δεύτερες ομάδες και όποιος ξεχώριζε η ήταν σε καλύτερη κατάσταση, ο προπονητής τον έβαζε να παίξει. Δεν τον ενδιέφερε η ηλικία του παίκτη και ποιος ήταν. Αν έκρινε ότι ήταν σε θέση να του κάνει τη δουλειά έπαιρνε αμέσως φανέλα βασικού χωρίς να να χρειάζεται να το σκεφτεί ιδιαίτερα. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Κοίταξε. Την εποχή εκείνη οι περισσότεροι προπονητές που δούλευαν στις ομάδες ήταν Κύπριοι. Αργότερα όταν άρχισαν να εργάζονται στους συλλόγους ξένοι προπονητές, από προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες, αρχίσαμε να αποκτούμε περισσότερες γνώσεις γύρω από το ποδόσφαιρο. Να μαθαίνουμε καινούργια σχήματα κάτι που βοήθησε το άθλημα να αναπτυχθεί περισσότερο στη χώρα μας. Το Τσίρειο Στάδιο είχε κατασκευαστεί το 1977. Ο πρώτος αγώνας που είχε γίνει στο γήπεδο ήταν απέναντι στην Εθνική Αγγλίας, στην παρουσία 25 χιλιάδων θεατών στις εξέδρες. Είχαμε χάσει 1-0, χάρις σε ένα γκολ που είχε πετύχει ο Κέβιν Κίγκαν, μετά από απευθείας εκτέλεση κόρνερ.
Ποιος αντίπαλος σας δυσκόλευε περισσότερο ;
Ο Σοφοκλής Κότροφος της Νέας Σαλαμίνας, ο Ανδρέας Στυλιανού του ΑΠΟΕΛ και ο Σωτήρης Καιάφας της Ομόνοιας. Αυτοί ήταν πραγματικά πολύ καλοί επιθετικοί. Ο Καιάφας μάλιστα τη σεζόν 1975-76, είχε κερδίσει το Χρυσό Παπούτσι ως πρώτος σκόρερ των Ευρωπαϊκών Πρωταθλημάτων με 39 γκολ. Σε μεταγενέστερο στάδιο ξεχωρίζω τον Ίαν Μουρς.
Να σου πω. Το 1974, είχα μια συνάντηση με ένα πολύ ψηλά ιστάμενο πρόσωπο. Πήγα στην Ελλάδα για να δοκιμαστώ στην ΑΕΚ Αθηνών. Έμεινα στην Αθήνα για δυο εβδομάδες, τους άρεσα και έκλεισα μαζί τους. Εγώ τότε ήμουν παίκτης της ΑΕΛ , βρισκόμουν στην ηλικία των 22 ετών και έχοντας μπροστά μου όλες τις προδιαγραφές που θα μου επέτρεπαν να διαγράψω μια λαμπρή πορεία στο ποδόσφαιρο. Έγινε ο πόλεμος και αναγκάστηκα να επιστρέψω πίσω. Εγώ εκείνη την περίοδο ήμουν παντρεμένος, με δυο μωρά και ήμουν υποχρεωμένος να κοιτάξω πλέον πολύ σοβαρά το μέλλον μου. Ήμουν απόλυτα έτοιμος να πάω στην Ελλάδα και να γίνω παίκτης της ΑΕΚ Αθηνών, που είχε πρόεδρο τον Λουκά Μπάρλο. Δυστυχώς φάνηκα άτυχος. Ο πόλεμος τα ανάτρεψε όλα. Η μεταγραφή ναυάγησε και με κάλεσαν να πάω έφεδρος στρατιώτης.
Τι θυμάστε από την παρουσία σας στην Εθνική Κύπρου ;
Υπήρξα στη καριέρα μου αναπόσπαστο κομμάτι της Εθνικής ομάδας, κερδίζοντας συνολικά 54 συμμετοχές. Θυμάμαι πιο έντονα την μεγάλη νίκη που πετύχαμε στις 14 Φεβρουαρίου του 1973 απέναντι στην Βόρειο Ιρλανδία, όταν τους είχαμε κερδίσει με 1-0 στο ΓΣΠ, με το γκολ που είχε πετύχει ο Κόκος Αντωνίου. Είχα την τύχη να παίξω σε πολλά σημαντικά ματς με τη φανέλα της Εθνικής και να βρεθώ ως αντίπαλος απέναντι σε σπουδαίους παίκτες της εποχής. Θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψιν μας ότι εμείς τότε δεν είχαμε την δυνατότητα που έχουν οι σημερινοί ποδοσφαιριστές μέσω των πολλών φιλικών αναμετρήσεων που δίνουν οι Εθνικές μας ομάδες να ανεβάζουμε τον αριθμό των συμμέτοχών μας. Δίναμε όλα κι όλα 4 ματς τον χρόνο.
Ποιο ματς θα θυμάστε για πάντα ;
Θα θυμάμαι για πάντα την ήττα με 5-0 από την Εθνική Αγγλίας, στο Στάδιο Γουέμπλει. Έζησα εκείνη την ημέρα ως παίκτης μια πολύ όμορφη εμπειρία.
Όταν βάζατε για πρώτη φορά τη φανέλα της ΑΕΛ, φανταζόσασταν ότι θα είχατε αυτή τη πετυχημένη πορεία στο ποδόσφαιρο ;
Ήμουν αποφασισμένος να παίξω ποδόσφαιρο. Αν γεννιόμουν ξανά και πάλι θα ήθελα να γίνω ποδοσφαιριστής. Γιατί πιστεύω ακράδαντα πως με τις σημερινές συνθήκες που έχουν οι παίκτες στη διάθεση τους, θα μπορούσα να διαγράψω μια ακόμη καλύτερη πορεία. Βλέπω τους παίκτες που επιλέγουν οι ομάδες σήμερα και πραγματικά λέω στον εαυτό πως οι περισσότερες μεταγραφές που κάνουν δεν έχουν καμία λογική. Δεν ξέρω με ποια κριτήρια τους επιλέγουν. Δεν φέρνουν παίκτες που να ξεχωρίζουν με τις ικανότητες και την προσωπικότητα τους. Που να μπορούν να κάνουν τη διαφορά σε μια ομάδα. Εμείς Κώστα παίζαμε για τη φανέλα. Γι' αυτό και βγάζαμε στο γήπεδο ότι είχαμε μέσα μας. Δεν σκεφτόμασταν ούτε τα χρήματα που θα πάρουμε η τα μεγάλα συμβόλαια που θα μας εξασφάλιζαν μια καλύτερη ζωή.
Είμαι ευγνώμων και ταυτόχρονα ευλογημένος από τον θεό που κατάφερα να αποκτήσω μέσα από την διαχρονική μου παρουσία στο ποδόσφαιρο τόσο σαν παίκτης όσο και σαν προπονητής ένα σεβαστό όνομα μέσα στην κοινωνία. Έχω παίξει για πάρα πολλά χρόνια ποδόσφαιρο πολύ ψηλού επιπέδου και ο κόσμος της Κύπρου αυτό ξέρει να το αναγνωρίζει και να το εκτιμά. Εισπράττω καθημερινά σε όλα τα μέρη της πατρίδας μας τη διαχρονική αγάπη των φιλάθλων και αυτό για μένα αποτελεί μεγάλη τιμή. Είναι μια ηθική ικανοποίηση για την προσφορά μου στο Κυπριακό ποδόσφαιρο πρώτα ως παίκτης και μετά από την θέση του προπονητή και του τεχνικού διευθυντή. Τα διπλώματα που υπάρχουν σήμερα στην Κύπρο για τους προπονητές τα έφερα εγώ. Ήρθαν μετά από δικές μου προσωπικές ενέργειες και πρωτοβουλίες όταν διετέλεσα τεχνικός διευθυντής της ΚΟΠ. Δυστυχώς άλλοι τώρα καυχιόνται και προσπαθούν να τα οικειοποιηθούν προσδοκώντας σε δικά τους προσωπικά οφέλη. Δουλεύουν πάνω στα δικά μου αρχεία και επιδιώκουν να πάρουν τα εύσημα χωρίς ωστόσο να το αξίζουν πραγματικά.
Πως τα πηγαίνατε με τον κόσμο της ΑΕΛ και του Απόλλωνα ;
Να σου πω. Υπάρχει ακόμη κόσμος της ΑΕΛ που νιώθει πικραμένος που έφυγα από την ομάδα τους και πήγα στον Απόλλωνα. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι η πρώτη μεταγραφή παίκτη που είχε γίνει στην ιστορία του Κυπριακού Ποδοσφαίρου από τον ένα σύλλογο της Λεμεσού στον άλλο ήταν η δική μου. Ο κόσμος ο παλιός θυμάται τον Σταύρο της ΑΕΛ να πηγαίνει στον Απόλλωνα. Χαίρω μεγάλης εκτίμησης τόσο από τους οπαδούς της ΑΕΛ όσο και από τους φιλάθλους του Απόλλωνα. Έτσι ήταν γραφτό να γίνουν τα πράγματα. Για μένα προσωπικά έχουν θέση στη καρδιά μου και οι δυο ομάδες. Υπήρξαν δυο σημαντικά κεφάλαια στην καριέρα μου και το όνομα μου έχει ταυτιστεί μαζί τους στον απόλυτο βαθμό.
Εξακολουθώ να διατηρώ άριστες σχέσεις με όλους τους παλιούς μου συμπαίκτες στην ΑΕΛ και τον Απόλλωνα. Βρισκόμαστε αρκετά συχνά και σε κάποιες περιπτώσεις επαναφέρουμε στη μνήμη μας το παρελθόν. Η διαχρονική μου παρουσία στα γήπεδα μου έδωσε τη δυνατότητα να κάνω δυνατές φιλίες με πολλούς παλιούς παίκτες από όλες τις ομάδες της Κύπρου. Ο σεβασμός που υπάρχει μεταξύ μας είναι αμοιβαίος.
Πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά που μας είπατε κύριε Στυλιανού. Θα θέλαμε κλείνοντας αυτή τη μεγάλη συνέντευξη να στείλετε μέσω του Pafossports.blogspot.com το δικό σας μήνυμα στον φίλαθλο κόσμο της Κύπρου.
Κώστα πρώτα από όλα θα ήθελα να σε ευχαριστήσω εσένα σε προσωπικό επίπεδο για την ευκαιρία που μου έχεις δώσει να μοιραστώ με τους αναγνώστες σου τις εμπειρίες και τις απόψεις μου γύρω από το ποδόσφαιρο. Είσαι ο μοναδικός αθλητικός δημοσιογράφος εκτός Λεμεσού που με έχει πάρει τηλέφωνο για να κάνουμε αυτή τη όμορφή ποδοσφαιρική κουβέντα. Θέλω να σε συγχαρώ γιατί έχεις επιλέξει να ασχοληθείς με το παλιό και αληθινό ποδόσφαιρο που δεν έχει καμία απολύτως σχέση με αυτό που παρακολουθούμε στις μέρες μας. Από εκεί και πέρα θέλω να ελπίζω ότι αυτή η κατάσταση που επικρατεί στο πρωτάθλημα μας με τη παρουσία πολλών ξένων ποδοσφαιριστών θα αλλάξει σύντομα. Θα μπορέσουμε να δούμε ξανά Κύπριους παίκτες να έχουν ρόλο πρωταγωνιστή στις ομάδες μας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου