Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο Τάκης Παπέττας στο Pafossports

 

Ο Κύπριος αριστερός ακραίος επιθετικός, Τάκης Παπέττας γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου του 1953, στον Τακτακαλά της Λευκωσίας. Η ποδοσφαιρική του σταδιοδρομία, περιλαμβάνει περιόδους κυρίως στον ΑΣΙΛ, τον Ολυμπιακό Λευκωσίας, τον ΑΡΗ Θεσσαλονίκης, τη Καστοριά, τον Εδεσσαικό, τη Νίκη Βόλου και τον Κεραυνό Στροβόλου κατά την διάρκεια των οποίων κέρδισε 17 διεθνείς συμμετοχές για την Εθνική Κύπρου. Είχε τρομερό προσόν την ταχύτητα, την ντρίπλα, αέρινος παίκτης, και ως χαρακτήρας ήταν ένας πολύ ωφέλιμος άνθρωπος μέσα στην ομάδα. Ο Τάκης Παπέττας ήταν πολύ καλός στη σέντρα, διεισδυτικός με τη μπάλα στα πόδια και μπορούσε να βρει δίκτυα με σχετική ευκολία και άνεση.



Το Pafossports ταξιδεύει σήμερα στη Λευκωσία, φιλοξενώντας μια παλιά δόξα του Κυπριακού Ποδοσφαίρου, τον Τάκη Παπέττα. Έναν παλιό άσσο των γηπέδων που έγραψε την δική του ξεχωριστή ιστορία στα γήπεδα της Κύπρου και της Ελλάδας για πάνω από 15 χρόνια, μια ολόκληρη ζωή. Σε μια μεγάλη συνέντευξη ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις του λέγοντας μας παλιές και ενδιαφέροντες ιστορίες από το παρελθόν. Πως ξεκίνησε το ποδόσφαιρο, ποιος τον ανακάλυψε στις αλάνες της Λευκωσίας, πώς έζησε τα πρώτα του χρόνια με τη φανέλα του ΑΣΙΛ στην Α’ Κατηγορία, τον Ολυμπιακό με τον οποίο ανέβηκε επίπεδο, για την μεταγραφή του στον ΑΡΗ Θεσσαλονίκης, την Καστοριά, την Νίκη Βόλου, την επιστροφή του στην Κύπρο αρχικά για τον Ολυμπιακό και στην συνέχεια τον Κεραυνό τον τελευταίο ουσιαστικά σταθμό της μεγάλης του καριέρας, την Εθνική ομάδα. Παράλληλα ο Τάκης Παπέττας μιλά για το σημερινό ποδόσφαιρο και τον αγαπημένο του Ολυμπιακό.


Ο Τάκης Παπέττας είναι πραγματικά μια εμβληματική φυσιογνωμία στο ποδόσφαιρο της Λευκωσίας. Γρήγορος, με εξαιρετική ντρίμπλα, μεγάλη ευχέρεια στο σκοράρισμα, παίκτης που τα έδινε όλα στο γήπεδο με αντάλλαγμα την αγάπη και το χειροκρότημα του κόσμου. Όπως έκαναν όλοι οι παλιοί παίκτες παλιότερων εποχών. Πραγματικά μας αρέσει να μιλάμε με παλιούς παίκτες. Όλοι έχουν κάτι να σου πουν, μια ιστορία που θα συναρπάσει η γεγονότα που έγραψαν ιστορία. Αντί άλλου προλόγου η μπάλα στα πόδια του μεγάλου Τάκη Παπέττα.


Συνέντευξη του Κώστα Ιωάννου.




Κύριε Παπέττα να ξεκινήσουμε από το σήμερα. Ασχολείσθε ενεργά με το ποδόσφαιρο ;

Ήμουν προπονητής για 10 χρόνια. Η τελευταία μου σεζόν ήταν το 2000 όταν ανέβασα τον ΑΣΙΛ μετά από 22 χρόνια στην Γ΄ Κατηγορία και στην συνέχεια αποσύρθηκα. Πλέον είμαι απλός φίλαθλος.


Πως είναι η κατάσταση στο ποδόσφαιρο της Κύπρου σήμερα ;

Υπάρχει μια στασιμότατα τα τελευταία δυο χρόνια. Δεν είναι ιδιαίτερα ψηλό το επίπεδο. Ίσως να έχει παίξει ρόλο σε αυτό και η πανδημία.


Η Κύπρος συνεχίζει να βγάζει ταλέντα ;

Υπάρχουν ακόμη παιδιά με δυνατότητες και ταλέντο. Χωρίς ντόπιους παίκτες δεν μπορείς να έχεις επιτυχίες και αυτό έχει αποδειχθεί στην πράξη. Υπάρχουν οι Θεοδώρου, Σατσιάς του ΑΠΟΕΛ, οι Μιχαήλ, Χαραλάμπους της Ανόρθωσης, ο Στέλιος Ανδρέου του Ολυμπιακού που πήγε στο Βέλγιο, οι Λοίζου, Τζιωνής και Κακουλλής της Ομόνοιας. Είναι η νέα φουρνιά της Εθνικής. Παιδιά με ταλέντο και μεγάλες δυνατότητες που αν δουλέψουν σκληρά, με σοβαρότητα και υπομονή μπορούν να κάνουν καριέρα σε ψηλό επίπεδο. Από τη σεζόν 1968-69 ήμουν ο νεότερος παίκτης που είχε κληθεί στην Εθνική ομάδα στην ηλικία των 16 με 17 ετών και αυτό το ρεκόρ το έσπασε ο Λοίζου της Ομόνοιας. Για τον λόγο αυτό του έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία.



Πως βλέπετε την παρουσία του Ολυμπιακού στο πρωτάθλημα της Α’ Κατηγορίας ;

Δεν είναι αυτή που θα περιμέναμε μετά από δυο χρόνια πετυχημένης παρουσίας στο πρωτάθλημα. Δεν καταφέραμε να κάνουμε το βήμα προς τα εμπρός , μείναμε στάσιμοι και όλοι είμαστε στεναχωρημένοι από αυτή την εξέλιξη. Έγινε η αλλαγή του προπονητή και ελπίζουμε στην ανάκαμψη της ομάδας. Ο Ολυμπιακός έχει το καλύτερο ρόστερ των τελευταίων χρόνων, με μια φουρνιά εξαιρετικών παικτών που δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς από την προηγούμενη τεχνική ηγεσία. Ελπίζω να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο.


Πόσο έχει αλλάξει το ποδόσφαιρο σήμερα ;


Υπάρχουν μεγάλες διαφορές. Εγώ είχα την τύχη να παίξω μπάλα για τρεις δεκαετίες, 60-70, 70-80, 80-90 και έπαιξα ποδόσφαιρο δίπλα σε παίκτες διαφορετικών εποχών κα ταχυτήτων. Παλιά ξεχώριζαν μονάδες και προσωπικότητες που τραβούσαν τους υπόλοιπους μαζί τους. Τώρα προέχει το σύνολο και δεν ξεχωρίζουν σε τόσο μεγάλο βαθμό τα πρόσωπα. Υπήρχαν οι Ανδρέας Στυλιανού  στο ΑΠΟΕΛ, ο Νίκος Χαραλάμπους στην Ομόνοια, ο Πανίκος Ευθυμιάδης στον Ολυμπιακό, ο Πανίκος Κρυστάλλης στον Απόλλωνα, σε όλες τις ομάδες υπήρχε κάποιος που ηγείτο των υπολοίπων. Κάτι παρόμοιο συνέβαινε στην Ελλάδα με Δομάζο, Κούδα, Σιδέρη, Παπαϊωάννου αλλά και στο εξωτερικό. Σήμερα αυτό δεν υπάρχει.  Υπήρχαν πάρα πολλοί ποδοσφαιριστές περασμένων δεκαετιών που θα μπορούσαν με ευκολία να επιβιώσουν με επιτυχία και στο σημερινό ποδόσφαιρο.  Εγώ είχα παίξει μπάλα μέχρι τα 37 μου και συναγωνίστηκα με επιτυχία παιδιά της νέας γενιάς ποδοσφαιριστών. Τερμάτισα μάλιστα δεύτερος σκόρερ στο πρωτάθλημα της Α΄ Κατηγορίας.



Κύριε Παπέττα επιτρέψετε μου να σας ρωτήσω κάποια πράγματα για την δική σας πορεία στα γήπεδα. Είστε γέννημα θρέμμα από την Λευκωσία ;

Γαλουχήθηκα και μεγάλωσα από το 1959-60 στις γειτονιές του Τακτακαλά στην Λευκωσία σε δύσκολες αλλά ωραίες εποχές.


Σε ποια ηλικία μπαίνει στη ζωή σας το ποδόσφαιρο ;

Από το 1960 είχα την δυνατότητα να πηγαίνω τακτικά στο ΓΣΠ. Παρακολουθούσα συνεχώς ποδόσφαιρο και τις προπονήσεις των ομάδων του Ορφέα, του ΑΠΟΕΛ, του Ολυμπιακού και της Ομόνοιας και άρχισα σιγά σιγά να έχω μεγαλύτερο δέσιμο με το άθλημα.


Που σας εντόπισαν οι άνθρωποι του ΑΣΙΛ ;

Σε ηλικία 10 ετών το 1963 πρώτη μου ομάδα ήταν η ΑΕΝ Βορείου Πόλου της Λευκωσίας που λάμβανε μέρος στα τοπικά πρωταθλήματα. Το 1966-67 είχα πάει για δοκιμαστικά στο ΑΠΟΕΛ με προπονητή τον Πάμπο Αβραμίδη και μετέπειτα τον κύριο Ανδρέα Λαζαρίδη και με είχαν απορρίψει. Τότε το ΑΠΟΕΛ διέθετε μια σπουδαία ομάδα με μεγάλα ονόματα της εποχής και ήταν πολύ δύσκολο να βρω θέση ανάμεσα τους. Εντάχθηκα στην συνέχεια στον ΑΣΙΛ Λύσης την σεζόν 1967-68. Την ίδια εποχή ο προπονητής της Εθνικής Κύπρου ο Ρέι Γούντ με κάλεσε στην ομάδα σε ηλικία 16 ετών. Το πρώτο μου παιχνίδι ήταν με την Ελλάδα στο Στάδιο Καραϊσκάκης που τελείωσε 1-1 με γκολ του Ανδρέα Στυλιανού και ήμουν συμπαίκτης με τους περισσότερους παίκτες που αποτελούσαν το βασικό σχήμα στην νίκη επί της Ελβετίας με 3-1 την οποία είχα την τύχη να παρακολουθήσω από κοντά ως θεατής. Βρέθηκα αντίπαλος με τον Δομάζο, τον Δεληκάρη, τον Παπαϊωάννου, τον  Σιδέρη, τον Κούδα. Μια τρομερή ομάδα. Την εποχή εκείνη διεξαγόταν το Ασλανίδειο τουρνουά, στην μνήμη του τότε Γενικού Γραμματέα Αθλητισμού της Ελλάδας του Κωνσταντίνου Ασλανίδη και είχα λάβει μέρος με την ομάδα της ΑΕΝ Βορείου Πόλου στο γήπεδο Γρηγόρης Αυξεντίου. Είχα μια πολύ καλή παρουσία στους αγώνες και ο τότε προπονητής της ομάδας ο Γιάνγκο Σβεκάνοβιτς με ξεχώρισε, του άρεσα και με πήρε στην ομάδα.



Φτάνετε στην Λύση λοιπόν, σε μια κλειστή κοινωνία. Πως ήταν η προσαρμογή σου εκεί ;

Η προσαρμογή ήταν πάρα πολύ καλή. Τα παιδιά που ήταν εκεί με βοήθησαν πάρα πολύ, με υποδέχθηκαν με τον καλύτερο τους τρόπο. Ήταν μια ομάδα που είχε όνειρα, είχε όνειρα να φθάσει ψηλά και η υποδοχή που είχα ήταν εξαιρετική.


Καταφέρατε να ξεχωρίσετε σχετικά νωρίς παρά τη σχετική δυσκολία ;

Από το πρώτο παιχνίδι πήρα φανέλα βασικού στην ομάδα. Το πρώτο μου ματς που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν απέναντι στην ΕΠΑ του Μάκη Αλκιβιάδη τους καλύτερου τερματοφύλακα στην Κύπρο εκείνη την εποχή, στο οποίο κατάφερα να σκοράρω και να δώσω την νίκη στην ομάδα μου με 1-0 που ήταν η πρώτη της στην κατηγορία των μεγάλων. Ήταν ένα σημαδιακό ματς. Την ίδια εποχή είχα την πρώτη μου κλήση στην Εθνική και είχα να συναγωνιστώ ποδοσφαιριστές της αξίας του Παύλου Βασιλείου της ΕΠΑ και του Ολυμπιακού τον οποίο θαύμαζα από μικρός, του Παμπουλλή της ΑΕΛ, του Κόκου Αντωνίου της Ομόνοιας, τους αδελφούς Αλεξάνδρου, του Κατζηλιέρη της ΕΠΑ, του Δήμου Ελευθεριάδη, του Κυριάκο Κουρέα, του Πασχάλη Φωκκή και πολλών άλλων μεγάλων ονομάτων του Κυπριακού ποδοσφαίρου. Ήταν μεγάλη τιμή και ευλογία να είμαι συμπαίκτης με αυτούς τους τεράστιους παίκτες που άφησαν την σφραγίδα τους στα γήπεδα της χώρας μας για πολλά χρόνια. Πρόλαβα να είμαι αντίπαλος με τους μεγάλους παίκτες μια ξεχωριστής δεκαετίας.


Τι θυμάστε από την παρουσία σας στον ΑΣΙΛ ;

Μιλάμε στην ουσία για ένα χωριό, διαφορετική νοοτροπία, απλοί άνθρωποι που αγαπούσαν με πάθος την ομάδα. Είχαμε καταφέρει να φτιάξουμε ένα καλό σύνολο, υπήρχε οικογενειακό κλίμα στην ομάδα και αυτό μας βοήθησε να αποκτήσουμε χημεία και ομοιογένεια στο γήπεδο. Εντάχθηκα με ομαλό τρόπο και με αποδέχθηκαν ως έναν ποιοτικό ποδοσφαιριστή. Πάντα ήμουν ταπεινός, σοβαρός και προσπαθούσα σε κάθε ματς να δίνω τον καλύτερο μου εαυτό για την ομάδα. Υπήρχαν την εποχή εκείνη στον ΑΣΙΛ πολύ καλοί παίκτες όπως ήταν οι Ξυστούρης, Φωκαίδης, Ιωσήφ, Παπαπέτρου, Ττεκής, Χριστοφόρου, Μιτής, Ιακώβου και όλοι μαζί με μένα και την καθοδήγηση του Σβεκάνοβιτς  χτίσαμε μια πολύ δυνατή ομάδα η οποία κατάφερε να κερδίσει τον σεβασμό όλων. Μάλιστα την πρώτη μου χρονιά  στον ΑΣΙΛ, τη σεζόν 1970-71 φθάσαμε στο σημείο να διεκδικούμε τον τίτλο μέχρι τις τελευταίες αγωνιστικές. Η απειρία, ο εφησυχασμός και η κακή νοοτροπία είχε ως αποτέλεσμα να χαλάσει η εικόνα μας στο τέλος με συνεχόμενες απώλειες βαθμών.



Ποιος ήταν ο πρώτος σας δάσκαλος ;

Είχα μικρός μεγάλο ενθουσιασμό όταν έβλεπα τον Τζόρτζ Μπεστ, η τον Κέβιν Κίγκαν της Λίβερπουλ, προσπαθούσα να αντιγράψω τις κινήσεις τους. Προσπαθούσα από μόνος μου να μάθω ποδόσφαιρο. Δεν υπήρχαν τότε τμήματα υποδομής. Με βοήθησε πάρα πολύ στο ξεκίνημα της καριέρα μου ο Γιάγκο Σβεκάνοβιτς, ο τότε προπονητής μου στον ΑΣΙΛ, ο οποίος στους πρώτους ένα με δυο μήνες με πείρε στο σπίτι του στο οποίο απ' έξω υπήρχε μια αυλή με χόρτο. Εκεί μου έμαθε περισσότερα πράγματα, δούλεψε μαζί μου, αλλά και εγώ αφιέρωσα αρκετές ώρες για να βελτιώσω τις αδυναμίες μου. Στην μετέπειτα πορεία μου όμως όταν έκανα την μεταγραφή μου από τον ΑΣΙΛ στον Ολυμπιακό σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη μου είχε ο Κωστάκης Πιερίδης. Ήταν ο άνθρωπος που με αγκάλιασε από την πρώτη στιγμή και μου έδωσε μεγάλη ώθηση για να συνεχίσω να δουλεύω σκληρά και να μην επαναπαύομαι. Την χρονιά εκείνη σταμάτησε το ποδόσφαιρο, ήταν μεγάλη δόξα της ομάδας και αποτελούσε ακτύπητο δίδυμο με τον Πανίκο Ευθυμιάδη, από τα κορυφαία που πέρασαν από το κυπριακό πρωτάθλημα. Μπορούσαν να συνεργαστούν με κλειστά μάτια. Μου έμαθε πώς να ντριπλάρω, να αποφεύγω τους αντίπαλους αμυντικούς, να παίζω με μυαλό στο γήπεδο, πώς να προστατεύω την μπάλα σαν ακραίος επιθετικός, πως να περνώ απαρατήρητος, πώς να συνδυάζομαι με τους συμπαίκτες μου. Με τον Πανίκο Ευθυμιάδη βρισκόμουν με κλειστά μάτια στα τέσσερα χρόνια που έπαιξα μαζί του. Βγήκα πρώτος σκόρερ με 11,16, και 18 γκολ σε τρεις σεζόν με τη φανέλα του Ολυμπιακού.


Πόσα χρόνια παίξατε μπάλα στον ΑΣΙΛ ;

Έπαιξα τρία χρόνια στα οποία απέκτησα εμπειρίες που με βοήθησαν στην πορεία μου. Πήγα στον Ολυμπιακό έτοιμος παίκτης.


Η μετάβαση από μια μικρή επαρχιακή ομάδα σε μια μεγαλύτερη όπως ήταν την τότε εποχή ο Ολυμπιακός ήταν εύκολη η πιεστήκατε στην αρχή ;

Κάθε αλλαγή είναι δύσκολή, γιατί είναι μεγαλύτερη ομάδα και ψηλότερες απαιτήσεις. Πήγα στον Ολυμπιακό έτοιμος τόσο αγωνιστικά όσο και ψυχολογικά. Ήξεραν όλοι ποιος είμαι, τι μπορώ να δώσω στην ομάδα, είχα εμπιστοσύνη στον εαυτό μου και η παρουσία μου στον ΑΣΙΛ και την Εθνική ομάδα είχε δείξει πως είμαι ένας ταλαντούχος παίκτης με μεγάλες προοπτικές. Με βοήθησε σε αυτή μου την προσπάθεια  το γκολ που σημείωσα στο πρώτο μου ματς με την ομάδα, στο πρωτάθλημα της Α Εθνικής με αντίπαλο τον Απόλλωνα. Μου ανέβασε την ψυχολογία και μετά τα πρώτα παιχνίδια πήρα φανέλα βασικού στον Ολυμπιακό.



Πείτε μας δυο λόγια για την ομάδα του Ολυμπιακού στην οποία ήσασταν μέλος ;

Είχε γίνει μια μεγάλη ανανέωση στην ομάδα. Αποχώρησε η παλιά πετυχημένη φουρνιά ποδοσφαιριστών του Ολυμπιακού που ήταν στην Ά Εθνική και είχε οδηγήσει τον σύλλογο σε μεγάλες επιτυχίες και την διαδέχθηκε μια νέα γενιά ποδοσφαιριστών με μεγάλο ταλέντο, και ποιότητα. Είχαμε πολλές φιλοδοξίες, όρεξη για σκληρή δουλειά και δίψα για να φθάσουμε σε ανάλογες επιτυχίες. Μπορεί να μην πήραμε πρωτάθλημα, αλλά διατηρήσαμε την ομάδα σε ψηλό επίπεδο. Τερματίσαμε μέσα σε 4 χρόνια, μια φορά στην 2η θέση, μια φορά στην 3η θέση, και δυο στην 4η. Η απότομη ανανέωση στοίχησε στην ομάδα, ωστόσο παίξαμε καλό ποδόσφαιρο και ήμασταν πάντα ένας δύσκολός αντίπαλός για όλους.


Σε ποια θέση καθιερωθήκατε στην ομάδα και ποια ήταν τα δυνατά σας στοιχεία ;

Ήμουν απρόβλεπτος παίκτης. Το μεγάλο μου προσόν ήταν ότι είχα την ευχέρεια να παίξω το ίδιο καλά και με τα δύο μου πόδια. Μπορούσα να παίξω με την ίδια άνεση και στα δύο άκρα της επίθεσης. Οι αντίπαλοι αμυντικοί πότε δεν μπόρεσαν να καταλάβουν αυτό το προτέρημα που είχα. Ήμουν γρήγορος, είχα καλή ντρίπλα, είχα το δικό μου ξεχωριστό στυλ και μπορούσα να δώσω άλλη ποιότητα στην ομάδα. Σκόραρα με μεγάλη ευκολία και συχνότητα. Σε όλες τις ομάδες που έπαιξα έβαζα 12 με 15 γκολ. Είναι πολύ μεγάλο πράγμα αυτό για έναν ποδοσφαιριστή. Να έχει την δυνατότητα να πατά εύκολα περιοχή, να είναι καλός στο ένας με έναν και να αποτελεί συνεχώς κίνδυνο για τις αντίπαλες άμυνες. Δεν ήμουν στατικός. Αυτά τα στοιχεία με βοήθησαν να πάρω μεταγραφή για την Ελλάδα. Η συμβουλή που έχω να δώσω στους νεότερους επιθετικούς είναι να προσπαθούν να σκοράρουν στα μεγάλα παιχνίδια. Εκεί είναι που δείχνεις ποιος είσαι, μιλά η προσωπικότητα σου, ο χαρακτήρας σου, ανεβαίνεις στην εκτίμηση του κόσμου.


Πείτε μου την ιστορία της μεταγραφή σας στον Ολυμπιακό ;

Αν υπήρχαν μάνατζερ εκείνη την εποχή δεν θα έχανα 1,5 χρόνο από το ποδόσφαιρο. Οι δικές μου απαιτήσεις ανέβηκαν, είχα κάνει τον κύκλο μου στον ΑΣΙΛ και ήταν λογικό να θέλω να κάνω το επόμενο βήμα στην καριέρα μου. Ο ΑΣΙΛ δεν με έδωσε με κανονική μεταγραφή στον Ολυμπιακό, υπήρχε στο καταστατικό της ΚΟΠ την εποχή εκείνη κανονισμός που έλεγε πως αν δεν πάρεις ελεύθερη μεταγραφή για άλλη ομάδα, είσαι υποχρεωμένος να μείνεις εκτός γηπέδων για δυο περίπου χρόνια. Δεν ήταν εύκολο εκείνη την εποχή να πάρεις μεταγραφή από τη μια ομάδα στην άλλη. Εγώ δεν γνώριζα κάτι τέτοιο. Μου είχαν δοθεί υποσχέσεις πως θα παίξω κανονικά και χωρίς προβλήματα στον Ολυμπιακό. Τα πράγματα στην πορεία εξελίχθηκαν πολύ διαφορετικά, τα χρήματα που έπαιρνα ήταν μηδαμινά, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μεγάλη ρήξη στις σχέσεις της Ελληνική Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας και της ΚΟΠ ανάμεσα στον κύριο Δέδε και τον κύριο Φράγκου. Επενέβη ο Κώστας Ασλανίδης με αποτέλεσμα να αλλάξει η αρχική απόφαση και μου δόθηκε άδεια να αγωνιστώ με τον Ολυμπιακό. Στο διάστημα που έμεινα εκτός γηπέδων έκανα προπονήσεις με την ομάδα του Ολυμπιακού για να διατηρηθώ σε καλή κατάσταση και είχα την ευχέρεια να παίζω στα τοπικά πρωταθλήματα. Κατάφερα με αυτό τον τρόπο να διατηρήσω την επωνυμία μου από όσες ομάδες πέρασα μέχρι τότε και δεν έχασα την ποιότητα μου ως ποδοσφαιριστής. Μετά από 1,5 χρόνο που επέστρεψα στις υποχρεώσεις του Ολυμπιακού, ενσωματώθηκα εύκολα στην ομάδα και μπόρεσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να επιστρέψω στα γνωστά επίπεδα. Δεν με επηρέασε καθόλου η αποχή από την μπάλα. 






 

Πως ήταν μαζί σας οι πιο μεγάλοι και πιο έμπειροι παίκτες του Ολυμπιακού ;

Ένιωθα δέος να έχω δίπλα μου αυτούς τους μεγάλους παίκτες.  Ήταν πολύ καλοί μαζί μου από την πρώτη μέρα, ο Πανίκος Ευθυμιάδης ήταν ο πατέρας μου στον αγωνιστικό χώρο. Είχα την τύχη να είμαι συμπαίκτης με πραγματικούς θρύλους του Κυπριακού ποδοσφαίρου τόσο στον Ολυμπιακό όσο και στην Εθνική. Όταν είσαι δίπλα σε αυτούς τους παίκτες θα βελτιωθείς και εσύ. Δεν γίνεται να μην πετύχεις. Αυτοί ήταν στα 30 τους και εγώ ήμουν ο πιο μικρός από όλους. Άλλες εποχές, άλλο κοινωνικό επίπεδο, υπήρχε σεβασμός, εκτίμηση και ανθρωπιά. Έμαθα από μικρός να σέβομαι συμπαίκτες και αντίπαλους. Από όλους έπαιρνα τα καλά τους στοιχεία και προσπαθούσα να τα ενσωματώσω στο δικό μου παιχνίδι.


Πόσα χρόνια παίξατε στον Ολυμπιακό και ποια είναι η μεγαλύτερη σας στιγμή  ;

Έπαιξα πέντε χρόνια στα οποία έζησα μεγάλες στιγμές με την ομάδα. Ωρίμασα ποδοσφαιρικά, βελτίωσα το επίπεδο μου και εξελίχθηκα ως παίκτης. Με την επιστροφή της ομάδας από το Ελληνικό Πρωτάθλημα ακολούθησε μια πετυχημένη τετραετία. Φθάσαμε μέχρι την 2η θέση, παίξαμε στην Ευρώπη, διατηρηθήκαμε στις σημαντικές δυνάμεις της εποχής πράγμα που την εποχή εκείνη δεν ήταν εύκολο. Είχαμε μια καλή παρουσία στο πρωτάθλημα, ήμασταν πάντα στην πρώτη 4αδα και κερδίζαμε αρκετά συχνά σχεδόν όλες τις μεγάλες ομάδες. Πετύχαμε μεγάλες νίκες με Ομόνοια και ΑΠΟΕΛ. Μεγάλα ντέρμπι με πάθος και δύναμη για την νίκη. Ανεπανάληπτα ματς μέσα στο παλιό ΓΣΠ που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Η χειρότερη μου στιγμή με την φανέλα του Ολυμπιακού ήταν όταν επέστρεψα στην ομάδα από την Ελλάδα τη σεζόν 1982-83. Η ομάδα υποβιβάστηκε και αποχώρησα από τον σύλλογο με άσχημο τρόπο. Ήταν μια κακή περίοδος για μένα που δεν θέλω να θυμάμαι με τίποτα.


Ήσασταν παίκτης μεγάλων αγώνων ;

 

Ήμουν ποδοσφαιριστής των μεγάλων αγώνων. Κατάφερα να σκοράρω απέναντι στους 5 κορυφαίους τερματοφύλακες που υπήρχαν εκείνη τη εποχή στο Ελληνικό Πρωτάθλημα. Πρόλαβα τον Τάκη Οικονομόπουλο στην Παναχαϊκή, τον Κωνσταντίνου του Παναθηναϊκού, τον Κελεσίδη του Ολυμπιακού, τον Στεργιούδα της ΑΕΚ, και τον Φανάρα. Βρήκα δίκτυα απέναντι σε αυτούς τους μεγάλους τερματοφύλακες. Είναι κάτι που δύσκολα μπορεί να πετύχει κάποιος. Στην Κύπρο έκανα μεγάλα ματς απέναντι στην Ομόνοια για τα ημιτελικά του Κυπέλλου. Ματς με μεγάλο ενδιαφέρον. Θυμάμαι σε ένα παιχνίδι στο ΓΣΠ βρεθήκαμε μπροστά στο σκορ με 2-0, είχε αδειάσει το γήπεδο και ξαφνικά ισοφαριστήκαμε. Πήγαμε στην παράταση και τελικά χάσαμε στα πέναλτι. Τα μεγαλύτερα ματς της καριέρας μου όμως τα έζησα στην Ελλάδα με την φανέλα του Άρη στο Κλεάνθης Βικελίδης. Είχα την τύχη να παίξω μπροστά σε γεμάτα γήπεδα με 25.000 και 30.000 κόσμο. Να σκοράρεις με την ΑΕΚ, τον Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό και να φωνάζουν ρυθμικά το όνομα σου. Εκεί είναι που χάνεις το μυαλό σου.



Πείτε μας την ιστορία της μεταγραφής σας στον ΑΡΗ Θεσσαλονίκης ;

Υπήρξε αρχικά μεγάλο ενδιαφέρον από την ΑΕΚ την σεζόν 1975-76. Με πρόεδρο τότε τον Λουκά Μπάρλο και προπονητή τον Φράντισεκ Φάντροκ έναν σπουδαίο τεχνικό είχα πάει να δοκιμαστώ και εκεί που όλα έδειχναν ότι θα υπογράψω ξαφνικά και από το πουθενά βρέθηκα στον ΑΡΗ και υπόγραψα στην ομάδα της Θεσσαλονίκης. Με κάποιο δικό μου σκεπτικό έκρινα εκείνη την εποχή το πιο κατάλληλο για μένα ήταν να πάω στον ΑΡΗ.


Ποιες ήταν οι πρώτες σου εντυπώσεις από τον ΑΡΗ ;

Ήταν μια μεγάλη αλλαγή για μένα. Μεγάλη ομάδα, ψηλές απαιτήσεις, πολύς κόσμος. Υπήρχε μεγάλη πίεση. Είχα μεγάλη στήριξη και βοήθεια από τον Αλκέτα Παναγούλια. Με βοήθησε να αποκτήσω αυτοπεποίθηση, υπομονή, να δουλεύω σωστά και μέσα από αυτό απέκτησα αυτές τις πολύ σημαντικές λεπτομέρειες ούτως ώστε να μου φανούν ποιο εύκολα τα πράγματα. Στον τότε προπονητή του ΑΡΗ είχα αφήσει καλές εντυπώσεις σε ένα φιλικό παιχνίδι που είχε γίνει στην Κύπρο μεταξύ της Εθνικής μας και της Ελλάδας στην Λεμεσό δυο μήνες πριν πάω στην Αθήνα. Είχα κάνει μια πολύ καλή εμφάνιση, έβαλα ένα γκολ και μετά το τέλος του παιχνιδιού έδειξε ενδιαφέρον και με πείρε σε χρόνο ρεκόρ στην ομάδα. Ο Ολυμπιακός εκείνη την εποχή πήρε ένα πολύ μεγάλο ποσό για να με παραχωρήσει στον ΑΡΗ.


Βρεθήκατε με  διαφορετικούς συμπαίκτες. Πως ήταν μαζί σας οι ποιο μεγάλοι και έμπειροι παίκτες της ομάδας ;

Ήταν πάρα πολύ καλοί, με αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή, με υποδέχθηκαν άψογα. Το αποτέλεσμα ήταν  και εγώ από την πλευρά μου να τους το ανταποδώσω και να τους ευχαριστήσω, γιατί ήμουν νέος στην ομάδα, που ήρθα από την Κύπρο σε έναν μεγάλο σύλλογο, με πολλή πίεση και με τεράστιες απαιτήσεις από τον κόσμο. 



Καταλαμβάνατε τότε πόσος κόσμος ήταν πίσω από αυτή την ομάδα ;

Εκείνο το διάστημα στην αρχή ήταν δύσκολο να το καταλάβεις, αλλά στην πορεία αρχίζεις να μπαίνεις στο νόημα. Τα παιδιά που υπήρχαν στον Άρη με έβαλαν στο κλίμα, με αγκάλιασαν, με στήριξαν, ήταν μπροστά σε οποιαδήποτε δυσκολία και έβγαιναν μπροστά στα δύσκολα. Το αποτέλεσμα ήταν να αποκτήσω και εγώ αυτοπεποίθηση, τον αέρα του νικητή, να δέσουμε και από εκεί και πέρα να συνεχίσουμε μαζί μια πετυχημένη πορεία για δυο χρόνια.


Η συνύπαρξη με τους νέους σας συμπαίκτες πως ήταν μέσα στο γήπεδο ;

Πάρα πολύ καλή. Στον ΑΡΗ είχα την τύχη να συναντήσω παίκτες με μεγάλη ποιότητα που όσο περνούσε ο καιρός δενόμασταν όλο και περισσότερο. Αρχίσαμε να παίζουμε με κλειστά μάτια. Αυτό είναι το καλύτερο που μπορείς να έχεις  με τους συμπαίκτες σου. Είχα πάει έτοιμος παίκτης στον ΑΡΗ. Είχα εμπιστοσύνη στον εαυτό μου και πίστευα πως μπορούσα να τους βοηθήσω. Τότε στην ομάδα είχε γίνει ανανέωση, είχαν αποχωρήσει οι παλιοί παίκτες της ομάδας, και πήρε την θέση τους μια φουρνιά που κράτησε για πολλά χρόνια. Σχεδόν η ίδια ομάδα, με ελάχιστες αλλαγές μέσα στο χρόνο. Μάθαμε να παίζουμε με κλειστά μάτια, ξέραμε τι θα κάνει ο συμπαίκτης μας και αυτό διευκολύνει τα πράγματα. Παίζαμε απλό και ωραίο ποδόσφαιρο. Με προπονητή τον Αλκέτα Παναγούλια ο Άρης έφτιαξε μια ομάδα που για 7 με 8 χρόνια διατηρήθηκε σε πολύ ψηλό επίπεδο, φθάνοντας μέχρι την  διεκδίκηση του πρωταθλήματος από τον Ολυμπιακό. Από την αρχή έδειξα ποιος είμαι. Ξεκίνησα καλά από την προετοιμασία, έκανα καλές εμφανίσεις στα φιλικά, σκόραρα συχνά. Σκόραρα στο Καραϊσκάκη στο ντεμπούτο μου με τον Ολυμπιακό στο αξέχαστο 4-3, με τον Ηρακλή στην Θεσσαλονίκη κερδίσαμε 2-0 και πάλι βρήκα δίκτυα. Σκόραρα συνεχώς σε μεγάλα ματς και απέκτησα την δυναμική για να μπορέσω να καθιερωθώ στην ομάδα. Είχα την προσωπικότητα να αντέξω την πίεση που υπάρχει σε ένα  μεγάλό σύλλογο.


Τι κρατάτε από την παρουσία σας στον ΑΡΗ ;

Στον ΑΡΗ έπαιξα δυο χρόνια και ήταν η καλύτερη περίοδος της καριέρας μου από το 1976 μέχρι το 1978. Βγήκα πρώτος σκόρερ της ομάδας και έγινα μέρος της ιστορίας ενός μεγάλου συλλόγου. Πέτυχα όλα όσα ονειρεύεται ένας ποδοσφαιριστής που βρίσκεται στην αρχή της πορείας του. Έχω ζήσει αξέχαστες στιγμές με την ομάδα, δέθηκα με τον κόσμο και είναι η ομάδα την οποία υποστηρίζω μέχρι σήμερα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το ματς με τον Ολυμπιακό Πειραιώς στο Κλεάνθης Βικελίδης. Πριν από το ματς με φώναξε ο Αλκέτας στο γραφείο του και μου είπε πως θα είμαι βασικός. Με βοήθησε ψυχολογικά, μου ζήτησε να μπω στο γήπεδο χωρίς να σκέφτομαι ποιον έχω απέναντι μου, να τα δώσω όλα για την ομάδα. Είχα δυο ματς χωρίς γκολ και μπήκα στο γήπεδο απέναντι στον Ολυμπιακό με μεγάλο πάθος, έβαλα το πρώτο γκολ απέναντι στον Κελεσίδη και πήρε φωτιά το γήπεδο. Στις εξέδρες ήταν παρών ο μεγαλύτερος τότε σύνδεσμος οπαδών του ΑΡΗ οι Ιερολοχίτες και ήταν η στιγμή που φώναξαν για πρώτη φορά το  γνωστό σύνθημα «Πέτα, Παπέττα ένα γκολάκι Πέτα». Ένιωσα εκείνη την στιγμή μεγάλη περηφάνεια. Κερδίσαμε 2-0 και μόλις τελείωσε ο αγώνας για πέντε συνεχόμενα λεπτά οι συμπαίκτες μου φώναζαν ρυθμικά αυτό το σύνθημα. Είναι κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ.





Γιατί δεν μείνατε περισσότερα χρόνια στον ΑΡΗ ;

Στα μισά της δεύτερης μου χρονιάς στην ομάδα υπήρξε αλλαγή στην τεχνική ηγεσία και στην θέση του Παναγούλια ήρθε ένας Σέρβος προπονητής ο Τσίριτς. Δεν έδειχνε να με υπολογίζει, προτιμούσε άλλους παίκτες και από τη στιγμή που δεν είχα τον απαιτούμενο χρόνο συμμετοχής ζήτησα από τη διοίκηση να φύγω.


Από τον ΑΡΗ βρεθήκατε στην Καστοριά. Τι θυμάστε από την παρουσία σας εκεί ;

Στον ΑΡΗ είχα συμβόλαιο για 5 χρόνια αλλά οι συνθήκες με υποχρέωσαν να φύγω από την ομάδα. Υπήρξε ενδιαφέρον από την Καστοριά την σεζόν 1978-79 η οποία εκείνη την περίοδο είχε μια πολύ καλή ομάδα με εξαιρετικούς παίκτες που αργότερα θα έκαναν σπουδαία καριέρα. Είχα συμπαίκτες τους Σαργκάνη, Παράσχο, Αργυρό. Έκανα μια πολύ καλή σεζόν σκοράροντας 7 γκολ σε 32 αγώνες. Έφυγα από την ομάδα γιατί δεν μπορούσα να προσαρμοστώ στον τρόπο ζωής της πόλης η οποία ήταν αφιλόξενη.


                                     

 Τι ακολούθησε μετά την Καστοριά ;

Την σεζόν 1979-80 πήγα για ένα χρόνο στο Εδεσσαικό και τελευταίος μου σταθμός στην Ελλάδα ήταν η Νίκη Βόλου τη σεζόν 1980-81. Είχα πολύ καλή παρουσία στις ομάδες που αγωνίστηκα σκοράροντας διψήφιο αριθμό τερμάτων.  Με την Νίκη Βόλου μάλιστα παλέψαμε για τον τίτλο στην Β΄ Εθνική τον οποίο κατέκτησε τελικά ο Ηρακλής. Την περίοδο 1982-83 πήρα την απόφαση να επιστρέψω στην Κύπρο και τον Ολυμπιακό.


Ήταν λάθος η απόφαση σας να επιστρέψετε στην Κύπρο ;

Ήθελα να παραμείνω στην Ελλάδα αλλά επέλεξα να έρθω στην Κύπρο και τον Ολυμπιακό για συναισθηματικούς λόγους. Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα περίμενα. Ήταν μια άσχημη περίοδος για μένα. Ένιωσα προδομένος από κάποιους δικούς μου ανθρώπους στους οποίους έδειξα περισσότερη εμπιστοσύνη από όση πραγματικά άξιζαν. Θα μπορούσα άνετα να συνεχίσω σε ομάδα του Ελληνικού πρωταθλήματος.


Τελευταίος σας σταθμός ήταν ο Κεραυνός. Τι σας έμεινε από την παρουσία σας εκεί ;

Σε μια δύσκολη περίοδο της ζωής μου είχα την τύχη να έχω στο πλευρό μου δυο σημαντικούς ανθρώπους που με στήριξαν και με βοήθησαν να σταθώ και πάλι στα πόδια μου. Αναφέρομαι φυσικά στους Κωστάκη Πιερίδη που ήταν προπονητής μου στον Ολυμπιακό στο ξεκίνημα της καριέρας μου και στον συμπαίκτη μου τον Πανίκο Γεωργίου. Ήρθαν με βρήκαν, μου είπαν πως δεν τους αφορούν τα όσα είχαν συμβεί στον Ολυμπιακό και μου έκαναν πρόταση να πάω στον Κεραυνό την σεζόν 1985-86. Ήταν η ομάδα που μου έδωσε ξανά την δυνατότητα να σταθώ στα πόδια μου. Να επαναφέρω την καριέρα μου σε ψηλό επίπεδο. Πήρα το πρωτάθλημα Β΄ Κατηγορίας με την ομάδα, ανεβήκαμε στην Α Κατηγορία και παράλληλα είχα την ευκαιρία να βγω δεύτερος σκόρερ του πρωταθλήματος. 



Αγαπημένος προπονητής ;

Από όλους τους προπονητές με τους οποίους έχω δουλέψει έχω πάρει κάτι. Όλοι με έχουν βοηθήσει με τον δικό τους τρόπο. ο Σβεκάνοβιτς στον ΑΣΙΛ, ο Κωστάκης Πιερίδης στο Ολυμπιακό, ο Παναγούλιας σε θέματα ψυχολογίας στον ΑΡΗ. Με βοήθησαν ο καθένας με τον δικό του τρόπο. Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη μου ίσως να έπαιξε άθελα του και ο Πάμπος Αβραμίδης που με είχε απορρίψει στο ξεκίνημα της καριέρας μου στο ΑΠΟΕΛ.


Δυσκολότερος αντίπαλος ;

Στο ποδόσφαιρο εκτός από τους τεχνίτες είχαμε και τα τσεκούρια. Ο Χριστάκης Φασουλής του Απόλλωνα ήταν ο πιο δύσκολος και σκληρός αντίπαλος από όλους. Δεν με άφηνε σε ησυχία.


Τι θυμάστε από την παρουσία σας στην Εθνική ;

Για τους ποδοσφαιριστές της δικής μου εποχής ήταν μεγάλη επιβράβευση η κλήση μας στην Εθνική ομάδα. Νιώθαμε περηφάνεια, ρίγος, μεγάλη συγκίνηση όταν ακούγαμε τον Εθνικό ύμνο. Έπαιξα 17 αγώνες και προσπάθησα να δώσω τον καλύτερο μου εαυτό. Σταθήκαμε καλά απέναντι σε δυνατές ομάδες της εποχής. Κάναμε το καλύτερο που θα μπορούσαμε.



Με τον κόσμο πως τα πηγαίνατε ;

Ο κόσμος την μια σε ανεβάζει την άλλη σε κατεβάζει. Εγώ προσπάθησα στην ζωή μου να είμαι πρώτα από όλα άνθρωπος, να έχω ήθος και να μην το παίζω μεγάλος σταρ της εποχής. Ήμουν ο ίδιος από την αρχή της καριέρας μου μέχρι το τέλος. Δεν με χάλασε η επιτυχία. 


Τι σας έμεινε από αυτή τη μεγάλη διαδρομή στα γήπεδα ;

Η αγάπη, η διαχρονική εκτίμηση του κόσμου προς το πρόσωπο μου και οι πολλές δυνατές φιλίες με συμπαίκτες και αντιπάλους. Αν μου δινόταν η δυνατότητα να επιστρέψω πίσω στον χρόνο πάλι θα επέλεγα να παίξω μπάλα. Δεν αλλάζω τίποτα από αυτά που έζησα για τόσα πολλά χρόνια στα γήπεδα.



Πολύ ενδιαφέροντα αυτά που μας είπατε κύριε Τάκη. Θα θέλαμε μέσω του Pafossports να στείλετε το δικό σας μήνυμα στους φιλάθλους της Κύπρου ;

Θέλω να ευχαριστήσω τον κόσμο όλων των ομάδων για την αγάπη και την στήριξη που δείχνει ακόμη και σήμερα προς το πρόσωπο μου. Να ευχηθώ σε όλους καλά Χριστούγεννα με υγεία και ευτυχία μακριά από προβλήματα και ταλαιπωρία. Το ποδόσφαιρο πρέπει να αποτελεί διασκέδαση και διέξοδο από τα προβλήματα της καθημερινότητας και όχι πεδίο αντιπαραθέσεων. 




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Ανδέας Τούρος στο Pafossports

Συνεντέυξεις   Ο Ανδρέας Τούρος γεννήθηκε στις 22 Μαρτίου του 1956 στην Πάφο και είναι παλαίμαχος τερματοφύλακας του Ευαγόρα, ο οποίος διέπρεψε κατα την δεκαετία του '70 αγωνιζόμενος στον ιστορικό σύλλογο της πόλης μας. Αναμφίβολα συγκαταλέγεται στους κορυφαίους γκολκίπερ που ανέδειξε το ποδόσφαιρο της Πάφου. Το pafossports   φιλοξενεί άλλη μια παλιά δόξα του Ευαγόρα, τον Ανδρέα Τούρο. Ένα παλιό άσσο των γηπέδων που αγωνίστηκε για τέσσερα χρόνια στον ιστορικό σύλλογο της Πάφου, αφήνοντας το δικό του στίγμα για μια ολόκληρη ζωή. Σε μια μεγάλη συνέντευξη ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις του λέγοντας μας παλιές και ενδιαφέρουσες ιστορίες από το παρελθόν. Πως ξεκίνησε, ποιος τον ανακάλυψε στις αλάνες της Πάφου, πως έζησε την πρώτη του παρουσία στην Α' Κατηγορία με την φανέλα του Ευαγόρα, γιατί δεν πήρε μεταγραφή για άλλη ομάδα, τι θυμάται από αυτή την μεγάλη διαδρομή στα γήπεδα. Παράλληλα ο Ανδρέας Τούρος μιλά για το σημερινό ποδόσφαιρο και την νέα ομάδα της πόλης μας. Ο Ανδρέας Τούρος ε...

Ο «Θρυλικός» Ηρόδοτος Ηροδότου στο Pafossports

  Ο Ηρόδοτος Ηροδότου (Γεροσκήπου, 17 Απριλίου 1948), είναι Κύπριος παλαίμαχος διεθνής τερματοφύλακας, ο οποίος διέπρεψε αγωνιζόμενος στον Ευαγόρα και στο ΑΠΟΕΛ. Με την ομάδα της Λευκωσίας κατέκτησε 2 Πρωταθλήματα (1973, 1980) και 5 κύπελλα (1973, 1976, 1978,1979,1980). Φόρεσε την φανέλα με το εθνόσημο στο στήθος 11 φορές. Ο Ηρόδοτος Ηροδότου είναι χωρίς αμφιβολία ένας από τους κορυφαίους τερματοφύλακες που ανέδειξε το Κυπριακό ποδόσφαιρο και έγινε γνωστός λόγω των εντυπωσιακών του εκτινάξεων. Το Pafossports φιλοξενεί σήμερα άλλη μια παλιά δόξα του Ευαγόρα, τον Ηρόδοτο Ηροδότου. Έναν παλιό άσσο των γηπέδων που ξεκίνησε την καριέρα του στον ιστορικό σύλλογο της Πάφου, που φόρεσε αυτή την φανέλα έξι χρόνια. Σε μια μεγάλη συνέντευξη ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις του λέγοντας μας παλιές και ενδιαφέρουσες ιστορίες από το παρελθόν, πως ξεκίνησε το ποδόσφαιρο, ποιος τoν ανακάλυψε στις αλάνες της Πάφου, πώς έζησε την πρώτη άνοδο στην Ά Κατηγορία με την φανέλα του Ευαγόρα, για ...

Στάσος Αναστασίου

  Ο Κύπριος δεξιός ακραίος αμυντικός Στάσος Αναστασίου, γεννήθηκε στη Γύψου  κοινότητα της επαρχίας Αμμοχώστου, στις 19 Μαρτίου του 1962. Ως ποδοσφαιριστής αγωνιζόταν στη θέση του δεξιού μπακ. Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από τον Όλυμπο Ξυλοφάγου και το 1976 βρέθηκε στον ΕΡΜΗ Αραδίππου. Τη σεζόν 1978-1979 πήρε μεταγραφή για την ΑΛΚΗ, με την οποία έγραψε τη δική του ιστορία για 11 ολόκληρα χρόνια ως το καλοκαίρι του 1989, όταν και πήρε μεταγραφή για την Νέα Σαλαμίνα με την οποία κατέκτησε το κύπελλο της σεζόν 1989-90.  Ένας γρήγορος, δυνατός, ευέλικτος παίκτης ως δεξιός μπακ που ήταν ικανότατος τόσο αμυντικά όσο και επιθετικά. Παρά τη σωματοδομή του και το επιθετικό στυλ παιχνιδιού του,  ήταν πάντα καθαρός παίκτης. Το pafossports ταξιδεύει σήμερα στη Λάρνακα, φιλοξενώντας μια παλιά δόξα της ΑΛΚΗΣ , τον Στάσο Αναστασίου. Έναν παλιό άσσο των γηπέδων που φόρεσε τη φανέλα αυτή για πάνω από 10 χρόνια. Σε μια μεγάλη συνέντευξη ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις του λέγοντας μας παλιές και...