Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο Κόκος Αντωνίου στο pafossports

 

Ο Κύπριος κεντρικός μέσος Κόκος Αντωνίου γεννήθηκε στις 5 Οκτωβρίου του 1950, στο Πάνω Δίκωμο της επαρχίας Κερύνειας. Πέρα από την αξία του ως ποδοσφαιριστής, έγινε γνωστός σε όλη την Κύπρο, για τη δύναμη του, το πάθος του και το αήττητο του μυαλού του. Η επιτομή και ο ορισμός της αγωνιστικότητας. Αγωνιζόταν ως κεντρικός μέσος και έπαιξε για την Ομόνοια από το 1966-67 έως το 1978-79. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η οποία είναι και η πιο επιτυχημένη περίοδος στην ιστορία του συλλόγου, κατέκτησε : 6 Πρωταθλήματα Κύπρου (1972, 1974, 1975, 1976, 1977, 1978) και 2 Κύπελλα Κύπρου (1972, 1974). Έχει επίσης ονομαστεί Ποδοσφαιριστής Της Χρονιάς, το 1971-72. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στους Καλύτερους Κύπριους Ποδοσφαιριστές της Ομόνοιας Όλων Των Εποχών. Έχοντας κερδίσει 8 διεθνείς συμμετοχές με την Εθνική Κύπρου, το 1973 ήταν ο σκόρερ της για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου, όταν πέτυχε την πρώτη της νίκη στον θεσμό, επικρατώντας με 1-0 της Βορείου Ιρλανδίας. Ολοκλήρωσε την καριέρα του στην Ομόνοια το 1978-79 σε ηλικία 28 ετών. 


Το pafossports φιλοξενεί σήμερα μια παλιά δόξα της Ομόνοιας, τον Κόκο Αντωνίου. Έναν παλιό άσσο των γηπέδων που ξεκίνησε και έκλεισε τη καριέρα του στον ιστορικό σύλλογο της Λευκωσίας, που φόρεσε αυτή τη φανέλα για 12 χρόνια, μια ολόκληρη ζωή. Σε μια μεγάλη συνέντευξη ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις του λέγοντας μας παλιές και ενδιαφέρουσες ιστορίες από το παρελθόν. Πως ξεκίνησε το ποδόσφαιρο, ποιος τον ανακάλυψε στις αλάνες της Λευκωσίας, πως έζησε την παρουσία του στην Α΄ Κατηγορία με τη φανέλα της Ομόνοιας, γιατί δεν πήρε μεταγραφή για άλλη ομάδα, τι θυμάται από αυτή τη μεγάλη διαδρομή στα γήπεδα. Παράλληλα ο Κόκος Αντωνίου μιλά για τη σημερινή Ομόνοια και το ποδόσφαιρο της νέας εποχής.


Ο Κόκος Αντωνίου είναι πραγματικά μια ηγετική φυσιογνωμία για το ποδόσφαιρο της Λευκωσίας. Πεισματάρης, μαχητής, παίκτης που τα έδινε όλα στο γήπεδο με αντάλλαγμα την αγάπη και το χειροκρότημα του κόσμου. Όπως έκαναν όλοι οι παίκτες παλαιότερων εποχών. Πραγματικά μας αρέσει να μιλάμε με παλιούς παίκτες. Όλοι έχουν και κάτι καλό να σου πουν, μια ιστορία που θα συναρπάσει η γεγονότα που έγραψαν ιστορία. Αντί άλλου προλόγου η μπάλα στα πόδια του Κόκου Αντωνίου. 


Συνέντευξη του Κώστα Ιωάννου.



Κύριε Αντωνίου να ξεκινήσουμε από το σήμερα. Ασχολείσθε ενεργά με το ποδόσφαιρο ;

Κώστα άκου να σου πω κάτι. Τα τελευταία δέκα με δώδεκα χρόνια δεν παρακολουθώ καθόλου Κυπριακό ποδόσφαιρο. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που με έχουν κάνει να απέχω. Ο σοβαρότερος είναι η βρωμιά που έχει εισέλθει στο χώρο τα τελευταία χρόνια. Όπως αντιλαμβάνεσαι εμένα προσωπικά αυτό το πράγμα που συμβαίνει δεν μου αρέσει. Σιγά-σιγά έχω αποχωρήσει ωστόσο εξακολουθώ να ενδιαφέρομαι για την Ομόνοια. Δεν την παρακολουθώ όμως από την τηλεόραση γιατί έχω πολύ άγχος. Μαθαίνω τα αποτελέσματα της αργότερα. Θέλω να κερδίζει, να πηγαίνει καλά και να έχει επιτυχίες. 


Πως είναι η κατάσταση στο ποδόσφαιρο της Κύπρου ;

Αν το ποδόσφαιρο του σήμερα είναι καλύτερο από αυτό της δικής μου εποχής κρίνεται από τους φιλάθλους. Όμως εμένα η άποψη μου είναι ότι εξαιτίας της παρουσίας πολύ καλών ξένων παικτών στο πρωτάθλημα μας, λόγω των σαφώς καλύτερων συνθηκών που έχουν οι σημερινοί ποδοσφαιριστές στην διάθεση τους και του επαγγελματισμού το ποδόσφαιρο μας έχει βελτιωθεί. Αυτό φαίνεται και από τις επιτυχίες που έχουμε φέρει σε συλλογικό επίπεδο στις Ευρωπαϊκές Διασυλλογικές Διοργανώσεις. Οι Κυπριακές ομάδες έχουν καταφέρει να φθάσουν μέχρι τους ομίλους. Για να συμβεί αυτό σημαίνει πως το επίπεδο είναι αρκετά καλό. Αν αναλογιστούμε την περίοδο που παίζαμε εμείς ποδόσφαιρο θα δούμε πως τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Τότε υπήρχε ταλέντο και αρκετό μάλιστα. Θα σου πω κάτι το οποίο διαπιστώνω τώρα που είμαι 71 ετών. Όταν κυκλοφορώ στους δρόμους υπάρχει ακόμη κόσμος που με ξέρει και όταν με συναντάει αναπολεί στην μνήμη του εκείνες τις εποχές. Αυτό δείχνει πως εκείνη την περίοδο υπήρχαν αρκετοί ποιοτικοί ποδοσφαιριστές. Ο κόσμος αγαπούσε με πάθος τις ομάδες του. Εγώ θυμάμαι στα χρόνια που έπαιζα μπάλα τα γήπεδα να είναι πάντοτε ασφυκτικά γεμάτα από κόσμο. Στα παιχνίδια που παίζαμε με την Εθνική τοποθετούσαν γύρω γύρω από τον στίβο καρέκλες για να μπορέσουν να χωρέσουν όλοι οι φίλαθλοι. Αυτό από μόνο του κάτι δείχνει.


Η Κύπρος συνεχίζει να βγάζει ταλέντα ;

Κοίταξε Κώστα. Στο Κυπριακό ποδόσφαιρο εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά ταλέντα και σήμερα. Όμως σιγά-σιγά οι διοικούντες των ομάδων έχουν στρέψει αποκλειστικά την προσοχή τους προς τους ξένους ποδοσφαιριστές. Θέλουν να παίρνουν έτοιμους παίκτες γιατί θεωρούν πως αυτός είναι ο δρόμος που θα τους οδηγήσει στην επιτυχία. Ο τελευταίος προπονητής που έχει δώσει έμπρακτα ευκαιρίες σε δικά μας παιδιά ήταν ο Χένινγκ Μπεργκ στην Ομόνοια. Τόλμησε να προωθήσει και να ρίξει στα βαθιά νεαρούς παίκτες που στην πορεία τον δικαίωσαν απόλυτα για την επιλογή του. Έβαλε 4-5 ταλέντα, τα οποίοι εκ των πραγμάτων εξελίχθηκαν σε βασικές μονάδες της ομάδας και μάλιστα ένας από αυτούς πήρε μεταγραφή για το εξωτερικό. Τα ταλέντα υπάρχουν αλλά για να μπορέσουν να δείξουν την αξία τους στο γήπεδο θα πρέπει να πάρουν αυξημένο χρόνο συμμετοχής στα πόδια τους από πολύ νεαρή ηλικία. Οι ομάδες θα πρέπει να δείξουν έμπρακτα την εμπιστοσύνη τους στα νέα παιδιά. Για να αναδειχθεί ένα ταλέντο χρειάζεται απαραίτητα συμμετοχές. Όταν παίζεις, μαθαίνεις, βελτιώνεσαι και εξελίσσεσαι. Με την πάροδο του χρόνου θα γίνεσαι πιο έμπειρος και απαραίτητος για την ομάδα. Μόνο τότε θα αρχίσεις να δείχνεις το που πραγματικά είσαι ικανός να φθάσεις. 


Κύριε Αντωνίου φορέσατε πολλά χρόνια τη φανέλα της Ομόνοιας. Πως βλέπετε την παρουσία της τα τελευταία χρόνια ;

Τα τελευταία χρόνια ευτυχώς ήρθε στην Ομόνοια ο Σταύρος Παπασταύρου και την έσωσε από την οικονομική καταστροφή. Ο σύλλογος είχε φθάσει στα πρόθυρα της διάλυσης. Θα έκλεινε. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Βρέθηκε αυτός ο άνθρωπος και έβγαλε την ομάδα από τα αδιέξοδα που είχε περιέλθει. Αυτή την στιγμή γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια ούτως ώστε η Ομόνοια να γίνει ξανά η ομάδα που γνωρίζει όλος ο κόσμος. Ένα άκρως ανταγωνιστικό και δυνατό σύνολο που θα είναι θέση να διεκδικήσει κάθε εγχώριο τίτλο και την διάκριση στην Ευρώπη. Με λίγα λόγια να μπορέσει να επαναλάβει τις επιτυχίες του είχε γνωρίσει πριν από ένα χρόνο. Ελπίζω και εύχομαι η ανοδική πορεία που παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια η Ομόνοια να συνεχιστεί και να εδραιωθεί ακόμη περισσότερο στο άμεσο μέλλον.



Κύριε Αντωνίου επιτρέψετε μου να σας ρωτήσω κάποια πράγματα για την δική σας πορεία στα γήπεδα. Από που κατάγεστε ;

Κατάγομαι από το Παλιό Δίκωμο. Όταν ήμουν 3 ετών η οικογένεια μου είχε μετακομίσει στο Καϊμακλί, μια συνοικία του Δήμου Λευκωσίας. Εκεί μεγάλωσα. Πήγα δημοτικό σχολείο, γυμνάσιο και λύκειο. Εκεί ξεκίνησα να κάνω τα πρώτα μου ποδοσφαιρικά βήματα.


Σε ποια ηλικία μπαίνει στη ζωή σας το ποδόσφαιρο ;

Να σου πω. Η πρώτη μου επαφή με το ποδόσφαιρο ξεκίνησε σε πολύ μικρή ηλικία από τις αλάνες της περιοχής μου. Παίζαμε μπάλα μέσα στα χωράφια από το πρωί έως το βράδι. Στην πορεία ο δάσκαλος που είχα τότε στο δημοτικό σχολείο είχε φτιάξει μια ποδοσφαιρική ομάδα. Πηγαίναμε και δίναμε αγώνες με αντίστοιχες ομάδες της περιοχής. Ή πρώτη μου ομάδα ήταν η Πρόοδος Καϊμακλίου. Σε ηλικία 14-15 ετών είχα γίνει βασικός. Σχετικά νωρίς είχα αρχίσει να ξεχωρίζω και να δείχνω μέρος του ταλέντου μου. 


Που σας εντόπισε η Ομόνοια ;

Άκου να δεις. Εγώ στην Ομόνοια πήγα από μόνος μου. Ένα απόγευμα, ενώ ακόμη ήμουν μαθητής λυκείου, είχα φύγει από το σχολείο και πήγα στο ΓΣΠ για να δω την προπόνηση της Ομόνοιας. Εκεί συναντήθηκα με κάποιον γνωστό μου, που γνώριζε ότι έπαιζα μπάλα στην Πρόοδο Καϊμακλίου. Ήρθε προς το μέρος μου και με ρώτησε γιατί δεν πάω και εγώ να προπονηθώ μαζί τους. Είχε αντιληφθεί πως ντρεπόμουν λίγο. Με άρπαξε από το χέρι και με πήγε κατευθείαν στα αποδυτήρια της Ομόνοιας. Εκεί βρήκα τον Λοίζο Εξαδάχτυλο, μου έδωσε ρούχα και παπούτσια για να αλλάξω. Κατέβηκα προπόνηση, τους άρεσα και πολύ γρήγορα άρχισαν να σχηματίζουν καλή γνώμη για μένα. Μόλις στα 16,5 μου χρόνια είχα γίνει αρχηγός της Ομόνοιας. Η πρώτη μου εμφάνιση με την ομάδα είχε γίνει στις 8 Απριλίου του 1967 με αντίπαλο τον Ολυμπιακό. Είχα κάνει το ντεμπούτο μου μαζί με τον Σωτήρη Καιάφα. Προπονητής στην ανδρική ομάδα της Ομόνοιας εκείνη την περίοδο ήταν ο Ιγκόρ Νέτο, ο οποίος υπήρξε αρχηγός της Μικτής Κόσμου όπως λεγόταν τότε, ήταν Σοβιετικός και είχε την τιμή ο σύλλογος μας να τον έχει στην τεχνική του ηγεσία. Εγώ άρχισα να κάνω τις πρώτες μου προπονήσεις με την πρώτη ομάδα τον Φεβρουάριο του 1966-67. Σε διάστημα δύο μηνών βρέθηκα από την δεύτερη ομάδα στην ανδρική μαζί με τον Καιάφα. Παίξαμε στα δυο παιχνίδια με τον Ολυμπιακό. Τη σεζόν που κατακτούσε το πρώτο του πρωτάθλημα. Έκτοτε και οι δύο γίναμε βασικοί στην ενδεκάδα της Ομόνοιας. Οι Νίκος Χαραλάμπους και Ανδρέας Κανάρης, δυο εξίσου πολύ μεγάλοι και ποιοτικοί ποδοσφαιριστές έγιναν μέλη της ομάδας την επόμενη χρονιά. Ο Νίκος Χαραλάμπους άνηκε στην Ενάδ Αγίου Δομετίου. Για να πάρει μεταγραφή για την Ομόνοια θα έπρεπε όπως προνοούσε ο κανονισμός τότε, να μείνει εκτός αγωνιστικών υποχρεώσεων για διάστημα δυο χρόνων.  


Από τις αλάνες της Λευκωσίας ξαφνικά σε μια μεγάλη ομάδα όπως η Ομόνοια. Ποιες ήταν οι πρώτες σας εντυπώσεις ;

Το κλίμα από την αρχή στην Ομόνοια ήταν εξαιρετικό. Σίγουρα τις πρώτες μέρες δυσκολεύτηκα γιατί είχα φύγει από μια ομάδα αγροτικού πρωταθλήματος και πήγα σε έναν σύλλογο με μεγαλύτερες απαιτήσεις. Μια ομάδα την οποία αγαπούσα και λάτρευα από μικρός. Έλεγα στον εαυτό μου μας πως είναι δυνατόν εγώ τώρα να κάνω προπόνηση μαζί με τα ποδοσφαιρικά μου ινδάλματα. Ήταν ποδοσφαιριστές τους οποίους θαύμαζα και ήθελα να τους μοιάσω. Μιλάμε για παίκτες "Θρύλους" της εποχής όπως οι Νίκος Ελευθεριάδης, Δρόσος Καλοθέου, Μελής Άσπρου, Κώστας Παναγιώτου και όλους τους υπόλοιπους. Τους έβλεπα από τις εξέδρες του γηπέδου και παρακαλούσα να γίνω συμπαίκτης τους. Όταν τους συνάντησα από κοντά τα συναισθήματα μου ήταν έντονα. Ένιωθα δέος και μεγάλο σεβασμό προς το πρόσωπο τους. Με έπιανε ρίγος. Εκείνη την εποχή από το δίτερμα αντιλαμβανόσουν αν θα ξεκινούσες στην βασική ενδεκάδα. Θυμάμαι την πρώτη φορά που προοριζόμουν για βασικός ήταν ημέρα Πέμπτη. Όταν ο τότε προπονητής μας ξεκίνησε να ανακοινώνει τα ονόματα και τον άκουσα να λέει Κόκος Αντωνίου, Σωτήρης Καιάφας, Νίκος Ελευθεριάδης, Κώστας Κάττος, Κώστας Παναγιώτου, Δρόσος Καλοθέου, Μελής Άσπρου, και τους υπόλοιπους άρχισα να τρέμω. Νιώθεις έντονα συναισθήματα γιατί ξαφνικά είσαι συμπαίκτης μα τα είδωλα σου.




Βρεθήκατε ξαφνικά με νέους συμπαίκτες. Πως ήταν μαζί σας οι ποιο παλιοί παίκτες της ομάδας ;

Με αγκάλιασαν με μεγάλη αγάπη. Εγώ τους είμαι ευγνώμων διότι με βοήθησαν και με στήριξαν στα δύσκολα. Σε πολύ μεγάλο βαθμό. Θυμάμαι σε ένα παιχνίδι, που είχα παίξει την επόμενη μου σεζόν στην ομάδα το 1967-68, με το ΑΠΟΕΛ, είχα ξεκινήσει στον αγώνα ως αριστερός μπακ. Είχαμε χάσει με 6-2 και μπορώ να σου πω πως ήταν το ματς που με είχε καθιερώσει στην Ομόνοια ως κεντρικό μέσο και τον Σωτήρη Καιάφα ως σέντερ φορ. Διότι οι πιο παλιοί συμπαίκτες μας, μας έδειξαν μεγάλη αγάπη, βγήκαν μπροστά στα δύσκολα και πήρα πάνω τους την ευθύνη για το κακό αποτέλεσμα. Προερχόμασταν από μια βαριά ήττα, με ένα μεγάλο σκορ, από τον αιώνιο μας αντίπαλο. Οι στιγμές για την ομάδα μας ήταν πολύ δύσκολες. Όμως ευτυχώς για μας στάθηκαν δίπλα μας και μας βοήθησαν να το ξεπεράσουμε. Μας στήριξαν με αποτέλεσμα από το επόμενο μας εγώ να αρχίσω να καθιερώνομαι στα χαφ, ο Καιάφας στην κορυφή της επίθεσης και στην πορεία να έχουμε ως ποδοσφαιριστές την εξέλιξη που όλοι γνωρίζουν σήμερα. 


Εσείς ως νέο παιδί πως αντιμετωπίσατε αυτή την πρόκληση ;

Κώστα εγώ είχα μεγάλη αυτοπεποίθηση. Πίστευα στον εαυτό μου. Είχα μέσα μου την σιγουριά ότι θα καταφέρω να παίξω στην Ομόνοια. Και θυμάμαι τότε, όταν ακόμα ήμουν παίκτης της δεύτερης ομάδας, είχα πει στον Λοίζο Εξαδάχτυλο ότι εγώ σε δυο μήνες θα βρίσκομαι στην ανδρική. Είχα μεγάλη εμπιστοσύνη στο ταλέντο και στις δυνατότητες που είχα ως ποδοσφαιριστής. Και πάντα έλεγα στον εαυτό μου, μπαίνοντας μέσα στο γήπεδο, πως είσαι ο καλύτερος. Ήταν κάτι που με συνόδευε ως παίκτη σε όλη την διάρκεια της καριέρας μου. Ακόμα και όταν έγινα διεθνής. Όταν φορούσα τη φανέλα της Εθνικής πίστευα ακριβώς το ίδιο. Για αυτό και σε όλα τα παιχνίδια που έπαιξα ήμουν από τους καλύτερους και πιο σταθερούς σε απόδοση. Θεωρούμουν εξαιρετικός ποδοσφαιριστής, που πολλές φορές όταν χρειαζόταν, τα έβαζα ακόμη και με τους ξένους αντίπαλους μου. Δεν ένιωθα φόβο απέναντι τους γιατί πίστευα πάρα πολύ στον εαυτό μου. 


Και πόσο γρήγορα καταφέρατε να ξεχωρίσετε με τις ικανότητες σας παρά τη σχετική δυσκολία ;

Από την σεζόν 1966-67, σε ηλικία 16,5 χρονών. Αμέσως έγινα βασικό και αναντικατάστατο μέλος της ομάδας. 


Σε ποια θέση καθιερωθήκατε ;

Καθιερώθηκα στα χαφ. Τότε δεν ξεχώριζαν τους παίκτες της μεσαίας γραμμής σε αμυντικούς χαφ, κεντρικούς μέσους και επιθετικούς χαφ. Εγώ όπως υποστηρίζουν πολλοί ήμουν πιο τεχνίτης από τον Νίκο Χαραλάμπους. Ο Νίκος ήταν πιο δυναμικός. Και μαζί είχαμε συνθέσει ένα εξαιρετικό δίδυμο. Υπήρξαμε χωρίς αμφιβολία το κορυφαίο δίδυμο χαφ εκείνης της εποχής.




Ποια ήταν τα ποιο δυνατά σας ατού ;

Θεωρούμουν εξαιρετικός τεχνίτης, με άψογο κοντρόλ, μπαλαδόρος, πολύ ταχύς και καλός σκόρερ. Διέθετα μοναδική πάσα, είχα τη δυνατότητα να παίζω χωρίς την μπάλα στα πόδια και πραγματικά πολύ λίγοι αμυντικοί εκείνη την εποχή μπορούσαν να με αντιμετωπίσουν στο "μαν του μαν". Ήμουν από τους καθοδηγητές της ομάδας και τα φοβερά σε δύναμη σουτ μου με έχριζαν σκόρερ. Αυτό που μου λένε πολλοί μέχρι σήμερα είναι ότι ένα από τα μεγαλύτερα μου ατού στον τρόπο παιχνιδιού μου ήταν οι μπαλιές ακριβείας που επιχειρούσα τόσο από κοντινή όσο και από μακρινή απόσταση. Κώστα κακά τα ψέματα ποδοσφαιριστής γεννιέσαι δεν γίνεσαι. 


Βρεθήκατε στην βασική ενδεκάδα της Ομόνοιας σε νεαρή ηλικία. Πως αντιμετωπίζατε την πίεση από τον κόσμο ;

Περισσότερο ένιωθα συγκίνηση. Διότι όταν έμπαινα στο ΓΣΠ και έβλεπα να υπάρχει στις εξέδρες 10.000 κόσμος σχεδόν σε όλα μας τα παιχνίδια πραγματικά ένιωθα δέος. Σίγουρα υπάρχει πίεση. Ο κόσμος περιμένει από τον κάθε ποδοσφαιριστή πάρα πολλά. Ακόμη περισσότερες απαιτήσεις υπήρχαν από τις ηγετικές φυσιογνωμίες της ομάδας. Να βγαίνουν μπροστά και να αναλαμβάνουν την ευθύνη στα δύσκολα. Με την συνολική τους παρουσία μέσα στο γήπεδο να μπορούν να σπρώξουν τους συμπαίκτες τους προς την νίκη. Ένιωθα ρίγος σαν παίκτης της Ομόνοιας όταν ο κόσμος φώναζε ρυθμικά το όνομα μου η με αποθέωνε. Έδειχνε διαρκώς μεγάλη αγάπη προς το άτομο μου. Αυτό που θα λέω με μεγάλη περηφάνεια είναι ότι οι φίλαθλοι μας πάντοτε στεκόταν δίπλα μας. Δεν μας άφηναν ποτέ να νιώσουμε την απογοήτευση. Να σου δώσω μόνο ένα μικρό παράδειγμα για να καταλάβεις τι εννοώ. Το 1971-72, όταν είχαμε κατακτήσει το πρώτο νταμπλ της ιστορίας μας, είχαμε παίξει στο Παραλίμνι, κάναμε μια άθλια εμφάνιση και είχαμε χάσει με 4-1. Φεύγοντας από το γήπεδο αντί ο κόσμος να μας αποδοκιμάσει η να μα βρίσει όπως γίνεται τώρα στις μέρες μας, μας χειροκροτούσε και μας έλεγε δεν πειράζει. Διότι την επόμενη εβδομάδα παίζαμε με την ΕΠΑ η οποία ήταν η βασική μας αντίπαλος για την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Προσπαθούσαν να μας ανεβάσουν το ηθικό για το επόμενο ματς. Και όντως αυτό τελικά μας βοήθησε. Από την μεγάλη ώθηση που μας έδωσε ο κόσμος μπορέσαμε να κερδίσουμε στην Λάρνακα την ΕΠΑ με 3-1 και να φθάσουμε στην κατάκτηση του τίτλου. Ήταν το παιχνίδι που θα καθόριζε τον πρωταθλητή. Ο κόσμος της Ομόνοιας έχει δείξει διαχρονικά πολύ μεγάλη αγάπη προς τα πρόσωπα όλων των μας.


Ταλέντο η δουλειά. Ποιο ήταν το στοιχείο που σας οδήγησε στην κορυφή ;

Γεννήθηκα από μικρός με ταλέντο το οποίο όμως στην πορεία φρόντισα να το εξελίξω ακόμη περισσότερο μέσω της σκληρής δουλειάς. Το ταλέντο από μόνο του δεν αρκεί. Συνεχώς πρέπει να δουλεύεις και να βελτιώνεσαι. Εγώ την εποχή που έπαιζα ποδόσφαιρο στην Ομόνοια είχα την τύχη να δουλέψω σχεδόν εξολοκλήρου με Βούλγαρους προπονητές. Με βοήθησαν πάρα πολύ με τις γνώσεις και την καθοδήγηση τους. Για παράδειγμα ο Γκεόργκι Πατσιάτσιεφ, τις μέρες που δεν είχαμε σχολείο, μας έπαιρνε μαζί του τα πρωινά και μας έκανε ατομική προπόνηση. Δούλευε πάνω στις αδυναμίες μας για ώρες ολόκληρες. Μας έλεγε που υστερούσαμε και τι θα έπρεπε να βελτιώσουμε. Εμείς τον ακούγαμε με σεβασμό και πειθαρχούσαμε σε αυτά που ζητούσε από εμάς. Δεν γίνεται όμως να γίνεις πραγματικά μεγάλος παίκτης χωρίς να διαθέτεις το ανάλογο ταλέντο.


Ποια ήταν κατά την γνώμη σας η καλύτερη τριάδα που είχε η Ομόνοια εκείνη την εποχή στην μεσαία γραμμή ;


Ήταν αρκετοί οι ποδοσφαιριστές που κατά καιρούς συμπλήρωσαν ιδανικά αυτή την τριάδα. Αρχικά ήταν ο Στέλιος Ροτσίδης, μετά ο Κωνσταντίν Φραντζίλα, ο Γιώργος Καθητζιώτης, ο Σάββα Γκρέγκορι και αργότερα ο Φίλιππος Δημητρίου. Το βασικό σύστημα που παίζαμε τότε στην Ομόνοια ήταν το 4-3-3. Θα έλεγα πως η τριάδα με την μεγαλύτερη ποιότητα ήταν αυτή των Αντωνίου-Γκρέγκορι-Χαραλάμπους και αργότερα αυτή των Αντωνίου-Φίλιππου Δημητρίου-Χαραλάμπους. 



Πήγατε στην Ομόνοια σε μια περίοδο που ακόμη δεν είχε αρχίσει να κυριαρχεί στο Κυπριακό ποδόσφαιρο. Εσείς από πότε είχατε αντιληφθεί ότι αυτή η ομάδα μπορεί να φθάσει πολύ ψιλά ;

Να σου πω. Η δύναμη του κόσμου είναι πολύ μεγάλη. Εγώ αυτό το είχα καταλάβει από την πρώτη μέρα που φόρεσα τη φανέλα αυτής της ομάδας. Ήταν κάτι που είχα αισθανθεί έντονα από την ενοποίηση του Κυπριακού Ποδοσφαίρου το 1953-54. Ο κόσμος της Ομονοίας συνήθιζε από τότε να πηγαίνει στο γήπεδο. Που σημαίνει πως η ώθηση που είχαν οι ποδοσφαιριστές από τον κόσμο της ομάδας εκείνη την εποχή ήταν τεράστια. Αν θέλεις μπορώ να το σου θέσω και διαφορετικά. Πολλοί παίκτες πήγαιναν στην Ομόνοια εξαιτίας του γεγονότος ότι είχε από πίσω της μεγάλο αριθμό φιλάθλων να την υποστηρίζει και να την ακολουθεί παντού. Ήταν η λαοφιλέστερη ομάδα της Κύπρου. Έτσι και αλλιώς αυτή η ομάδα φαινόταν από νωρίς ότι είχε όλες τις προϋποθέσεις για να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο Κυπριακό ποδόσφαιρο. Δυο συνεχόμενες σεζόν το 1967-68 και 1968-69 είχε διεκδικήσει τον τίτλο τερματίζοντας στην 2η θέση, ενώ τις περιόδους 1969-70 ήρθε 3η και το 1970-71 4η. Αντίθετα όλα έδειχναν πως κάποιες ομάδες που μέχρι τότε έπαιρναν τους τίτλους είχαν ξεκινήσει να κάνουν τον κύκλο τους. Όλα συνηγορούσαν πως η νέα ανερχόμενη δύναμη στο Κυπριακό ποδόσφαιρο θα ήταν η Ομόνοια. Πράγμα το οποίο επιβεβαιώθηκε τα επόμενα χρόνια με τον πιο εμφαντικό τρόπο.



Τι μπορούμε να πούμε για την Ομόνοια της δικής σας εποχής ;

Η Ομόνοια έγινε πολύ δυνατή γιατί την περίοδο εκείνη κατάφερε να εντάξει στο δυναμικό της πολλούς ταλαντούχους ποδοσφαιριστές. Οι οποίοι μαζί με την προηγούμενη φουρνιά συν τους νεαρούς αλλά πολύ ποιοτικούς παίκτες που είχαν μπει στην ομάδα, σε μια πολύ προσιτή ποδοσφαιρική ηλικία είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα κράμα εμπειρίας και νεανικότητας. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αυτό το εξαιρετικά δυνατό και ομοιογενές σύνολο άρχισε να στρώνει και να αποχτά εκπληκτική συνοχή. Αποδίδαμε όμορφο και θεαματικό ποδόσφαιρο. Το αποτέλεσμα ήταν όλο αυτό να μετουσιώνεται σε τίτλους. Η Ομόνοια ξεκίνησε να κατακτά πρωταθλήματα, Κύπελλα, Ασπίδες, να παίζει ανελλιπώς στην Ευρώπη και να γιγαντώνεται συνεχώς ως σύλλογος. Διότι κακά τα ψέματα την περίοδο πριν από την Τουρκική εισβολή υπήρχαν και οι πολιτικές αντιπαραθέσεις. Ο κατατρεγμός που είχε η ομάδα μας από την χούντα των Αθηνών ήταν μεγάλος. Κατόρθωσε όμως η Ομόνοια έχοντας ως μεγάλο της όπλο τον κόσμο της να τα ξεπεράσει όλα. Ξεκίνησε να κατακτά τον έναν τίτλο μετά τον άλλο και να βάζει τις βάσεις για την κυριαρχία της στο Κυπριακό ποδόσφαιρο. Τα δυο πρώτα νταμπλ της ομάδας ήρθαν τις σεζόν 1971-72 και 1973-74. Αυτό επιβεβαιώνει το πλούσιο ταλέντο που είχαν οι παίκτες της Ομόνοιας εκείνη την εποχή. Όλοι ανεξαιρέτως οι ποδοσφαιριστές που είχε στις τάξεις της ήταν πολύ ποιοτικοί και ξεχώριζαν ο κάθε ένας από αυτούς με την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του μέσα στο γήπεδο. Όλοι μαζί συμβάλαμε στο να δημιουργηθεί ένα δυνατό και συμπαγές σύνολο που αποκτούσε διαρκώς την νοοτροπία του νικητή. Χρειάστηκε σκληρή δουλειά και μεγάλες θυσίες για να μπορέσει η Ομόνοια της δικής μου εποχής να φθάσει σε όλες αυτές τις επιτυχίες.  


Ποιο ήταν το στοιχείο που την έκανε να ξεχωρίζει περισσότερο από τις άλλες ομάδες ;

Είναι μεγάλη υπόθεση να έχεις δίπλα σου ποιοτικούς παίκτες. Αυτόματα ανεβαίνει και το δικό σου επίπεδο. Όταν οι συμπαίκτες σου είναι μεγάλης αξίας σε βοηθά να βγάλεις μέσα στο γήπεδο τον καλύτερο σου εαυτό. Να ξεδιπλώσεις τις πραγματικές σου δυνατότητες. Εγώ προσωπικά είχα την ευτυχία να παίξω στο ξεκίνημα της καριέρας μου με τον Δρόσο Καλοθέου, τον Μελή Άσπρου, τον Κώστα Παναγιώτου και την υπόλοιπη παλιά γενιά της ομάδας. Αργότερα βρέθηκα συμπαίκτης με τον Σωτήρη Καιάφα, τον Νίκο Χαραλάμπους, τον Ανδρέα Κανάρη, τον Κώστα Κάττο, τον Πέπη Ιακώβου και αργότερα με την νέα φουρνιά τους Μάριο Πραξιτέλους, Φίλιππο Δημητρίου, Σάββα Γκρέγκορι, Νίκο Πατίκκη, Κλείτο Ερωτοκρίτου, Τάκη Μαυρή και ούτω κάθε εξής. Με την πάροδο του χρόνου σιγά-σιγά όλοι αυτοί οι σπουδαίοι ποδοσφαιριστές ένωσαν τις δυνάμεις τους και έφτιαξαν την Ομόνοια που όλοι γνωρίζουμε.


Ποιες είναι οι μεγαλύτερες σας στιγμές με την Ομόνοια ;

Ο κάθε τίτλος που κατέκτησα με την Ομόνοια ήταν σημαντικός. Όμως χωρίς αμφιβολία το πρώτο νταμπλ που πήραμε τη σεζόν 1971-72, για μένα προσωπικά ήταν ξεχωριστό. Αποτέλεσε ουσιαστικά την πρώτη πραγματικά πολύ μεγάλη επιτυχία της ομάδας μας. Ήταν μόλις το τρίτο Πρωτάθλημα και το δεύτερο Κύπελλο στην Ιστορία του συλλόγου. Την ίδια χρονιά είχα ανακηρυχθεί έως ο Καλύτερος Ποδοσφαιριστής της Κύπρου. Αντιλαμβάνεσαι ότι για μένα ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Όμως και τα υπόλοιπα είχα την δικής τους γλύκα. Το 1973-74, είχα την πολύ μεγάλη ατυχία να τραυματιστώ και να κάνω την επέμβαση πριν τον ημιτελικό Κυπέλλου με την Ανόρθωση. Ωστόσο στην πορεία μου έδωσε την χαρά να πανηγυρίσω το δεύτερο κατά σειρά νταμπλ της Ομόνοιας. Αν και στο πρωτάθλημα είχα παίξει σε όλα τα παιχνίδια. Στους υπόλοιπους τίτλους που ήρθαν στην πορεία το 1974-75, 1975-76, 1976-77, 1977-78, εξαιτίας των προβλημάτων που αντιμετώπιζα μετά τον σοβαρό τραυματισμό, η συνολική μου παρουσία στην ομάδα δεν ήταν αυτή που θα ήθελα και θα μπορούσα λαμβάνοντας υπόψιν τις μεγάλες δυνατότητες που είχα ως παίκτης. Έγινε ο πόλεμος και δεν μπόρεσα να κάνω την ενδεδειγμένη φυσιοθεραπεία, καθώς η ιατρική τότε στην Κύπρο δεν είχε εξελιχθεί στον βαθμό που βλέπουμε σήμερα. Για μένα ο κάθε τίτλος που κατέκτησα με την Ομόνοια έχει βρει μια ξεχωριστή θέση μέσα στην καρδιά μου. 




Πόσα χρόνια παίξατε στην Ομόνοια ;

Στην Ομόνοια αγωνίστηκα 12 χρόνια από το 1966-67 έως και το 1978-79. Αποχώρησα από την ομάδα ως πρωταθλητής. Την ίδια σεζόν πήγα στον Ορφέα Λευκωσίας σε ρόλο παίκτη-προπονητή. Η ομάδα είχε πέσει στην Γ΄  Κατηγορία. Κέρδισα ξανά τον τίτλο την ίδια αγωνιστική περίοδο. Ανεβήκαμε στην Β΄ Κατηγορία. Συνέχισα και το επόμενο χρόνο, έχοντας στην ομάδα ακριβώς τον ίδιο ρόλο. Φθάσαμε μέχρι την 2η θέση του Πρωταθλήματος. Ήταν μια πρωτοφανής επιτυχία για ολόκληρο το οικοδόμημα του συλλόγου. Δυστυχώς όμως φανήκαμε άτυχοι. Εκείνη την χρονιά στην 1η θέση είχε τερματίσει η Νέα Σαλαμίνα και μόνο μια ομάδα ανέβαινε στην Α΄ Κατηγορία. Από τον επόμενο χρόνο το άλλαξαν και έδιναν την δυνατότητα σε δυο ομάδες να ανέβουν από την Β΄ Κατηγορία στην Α΄. Για μένα αυτή ήταν ακόμη μια τιμητική διάκριση. Το 1990 είχα κερδίσει άλλο ένα πρωτάθλημα ως προπονητή της ομάδας Παίδων της Ομόνοιας. Έχοντας υπό την καθοδήγηση μου παιδιά των 14-16 ετών. Πριν από την διεξαγωγή του μεγάλου τελικού του 1989-90, μεταξύ της Νέας Σαλαμίνας και της Ομόνοιας είχαμε νικήσει για το Παγκύπριο Πρωτάθλημα τον Απόλλωνα, ο οποίος είχε στην σύνθεση του σε εκείνο το ματς επτά παίκτες της αντίστοιχής Εθνικής ομάδας. Εγώ αντίθετα είχα μόνο τον Κώστα Καιάφα και τον Γιώτη Παναγιώτου, οι οποίοι μετέπειτα έπαιξαν στην πρώτη ομάδα. Αποτελεί για μένα προσωπικά μια αξιοσημείωτη επιτυχία για τα δεδομένα της εποχής. Το τελευταίο πρωτάθλημα που κέρδισα στην καριέρα μου ήταν ως προπονητής του Εθνικού Λατσιών. Εκείνη την σεζόν είχα κατακτήσει με την ομάδα όλους τους τίτλους και την ανέβασα στην Δ΄ Κατηγορία. Έχω εργαστεί επίσης ως προπονητής σε Οθέλλο Αθηένου και ΑΕΚ Κυθραίας. Υποχρεώθηκα να εγκαταλείψω την προπονητική γιατί είναι μια δύσκολη και ψυχοφθόρα δουλειά.


Κύριε Αντωνίου έχετε γνωρίσει πολλούς προπονητές. Ποιος σας κέντρισε περισσότερο το ενδιαφέρον ;

Εγώ στα χρόνια που υπήρξα ποδοσφαιριστής της Ομόνοιας είχα την τύχη να συνεργαστώ με πολύ αξιόλογους προπονητές. Εκτός από τον Ιγκόρ Νέτο ο οποίος ήταν ο άνθρωπος που με προώθησε στην πρώτη ομάδα και ήταν Σοβιετικός, οι υπόλοιποι προπονητές με τους οποίους δούλεψα προέρχονταν από την Βουλγαρική σχολή ποδοσφαίρου. Με εξαίρεση την σεζόν 1974-75 που στην τεχνική ηγεσία της ομάδας ήταν ο Ανδρέας Κωνσταντίνου (Έσσο) μαζί με τον Κόκο Χριστοφόρου. Ο προπονητής που μου κέντρισε περισσότερο το ενδιαφέρον και με βοήθησε να μεταμορφωθώ αγωνιστικά ήταν ο Γκεόργκι Πατσιάτσιεφ. Ήθελε πάρα πολύ να δουλεύει με τους νεαρούς και να τους αναδεικνύει. Αυτό ήταν ένα έμφυτο χάρισμα που διέθετε ως άνθρωπος πάνω από όλα. Του άρεσε διαρκώς να βγάζει ταλέντα. Δούλεψε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο δουλειάς μετά από την Ομόνοια, σε Ανόρθωση και Αλκή. Έχτισε ομάδες που άντεξαν στον χρόνο. Δημιουργούσε κορμό από νεαρούς παίκτες πάνω στον οποίο βασιζόταν για να φθάσει σε μεγάλες επιτυχίες. Πάντα εργαζόταν με τον ίδιο τρόπο. Οι άλλοι προπονητές που πέρασαν από την ομάδα ήθελαν περισσότερο να έχουν επιτυχίες. Στηρίχθηκαν πάνω στην πολύ καλή δουλειά που είχε κάνει από πριν ο Πατσιάτσιεφ. Βρήκαν έτοιμη την ομάδα και την εξέλιξαν ακόμη περισσότερο. Γενικά όμως όσοι έχουν δουλέψει στην Ομόνοια εκείνα τα χρόνια ήταν επιτυχημένοι. Αυτό επιβεβαιώνεται από τους τίτλους που έχουν κατακτήσει στην καριέρα τους με τον σύλλογο. 



Ποιος αντίπαλος σας φόβιζε περισσότερο ;

Θα σου πω. Προσωπικά όταν έμπαινα στο γήπεδο για να μπορέσω να έχω καλή απόδοση στα παιχνίδια πίστευα πάντα από πριν πως ήμουν ο καλύτερος. Δεν έτρεφα αντιπάθεια προς κανέναν αντίπαλο ποδοσφαιριστή. Όλοι ήταν αξιόλογοι και δύσκολοι. Για αυτό και τους σεβόμουν πάρα πολύ. Τους υπολόγιζα για να μπορώ να είμαι ανώτερος τους. Αν υποτιμάς τον άλλον δεν θα μπορέσεις να αποδόσεις σύμφωνα με τις πραγματικές σου δυνατότητες.  


Τι μπορούμε να πούμε για το ποδόσφαιρο της δικής σας εποχής ;

Όλες οι ομάδες εκείνη την εποχή ήταν αξιόλογες. Διέθεταν εξαιρετικούς παίκτες στις τάξεις τους. Να σου δώσω ένα απλό παράδειγμα για να καταλάβεις. Όταν παίζαμε με νεοφώτιστες ομάδες αντιμετωπίζαμε αρκετά προβλήματα. Τις περισσότερες φορές μάλιστα μας κέρδιζαν. Μιλώ για τον Διγενή Μόρφου. Όταν τη σεζόν 1969-70 ανέβηκε στην Α΄ Κατηγορία μας νίκησε σε τρία συνεχόμενα παιχνίδια. Κάτι παρόμοιο έγινε και με τον ΑΣΙΛ το 1967-68 και το 1968-69. Μας κέρδισε σε 2 ματς. Το ίδιο είχε συμβεί και με την Ένωση όταν ανέβηκε στην Α΄ Κατηγορία. Στο πρωτάθλημα λάμβαναν μέρος πολύ δυνατές ομάδες που διέθεταν στις τάξεις Κύπριους ποδοσφαιριστές που ξεχώριζαν με το πλούσιο ταλέντο τους. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός πως μέχρι και σήμερα ακούγεται το όνομα τους.


Πως προετοιμαζόσασταν πριν από τα μεγάλα μας ;

Όταν είσαι ποδοσφαιριστής δεν σκέφτεσαι τέτοια πράγματα. Τόσο εγώ όσο και οι συμπαίκτες μου δεν νιώσαμε ποτέ πριν από ένα κρίσιμο παιχνίδι να έχουμε άγχος η πίεση. Το μοναδικό ματς που είχε έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα ήταν αυτό με το ΑΠΟΕΛ. Εκ φύσεως του ήταν τέτοιο που η νίκη πάνω στον αιώνιο αντίπαλο είχε μεγαλύτερο γόητρο για τους παίκτες και τον κόσμο μας. Στα υπόλοιπα δεν αντιμετωπίζαμε μεγάλα προβλήματα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά την σεζόν 1971-72 είχαμε πάει στον τελικό Κυπέλλου με τον Πεζοπορικό. Κάποια στιγμή ενώ ήμασταν στο ξενοδοχείο αντικρίσαμε πάνω ψηλά στον ουρανό ένα αεροπλανάκι να κάνει βόλτες έχοντας αναρτημένο ένα πανό που έγραφε Κυπελλούχος ο Πεζοπορικός. Εμείς το βλέπαμε και γελούσαμε. Νιώθαμε τέτοια σιγουριά ως ομάδα που ξέραμε πως τίποτα δεν θα ήταν ικανό να μας σταματήσει. Τους κερδίσαμε με 3-1 και είχαμε επιβεβαιώσει μέσα στο γήπεδο την ανωτερότητα μας.  


Ταχτικές υπήρχαν στην δική σας εποχή ;

Υπήρχε ταχτική και στη δική μας εποχή. Τα συστήματα που εφάρμοζαν οι προπονητές που κατά καιρούς πέρασαν από την Ομόνοια ήταν είτε το 4-3-3 είτε το 4-2-4. Θα σου πω ένα περιστατικό που είχε συμβεί τότε σε ένα ματς της Εθνικής που δεν με είχαν καλέσει. Κάποια στιγμή ρώτησαν τον προπονητή της Εθνικής ομάδας για πιο λόγο είχε αφήσει εκτός αποστολής τον πιο φορμαρισμένο παίκτη του πρωταθλήματος. Η απάντηση που τους έδωσε ήταν πως στο παιχνίδι που θα δίναμε είχε σκοπό να ακολουθήσει αμυντική ταχτική και επειδή ο Κόκος Αντωνίου δεν μαρκάρει επέλεξε να μην τον καλέσει. Και ο τότε προπονητής μου στην Ομόνοια του απάντησε ως εξής "Αν μαρκάρει η όχι δεν είναι δική του δουλειά. Είναι δουλειά του προπονητή. Διότι εγώ στην Ομόνοια δεν του αναθέτω αυτό τον ρόλο μέσα στο παιχνίδι. Υπάρχουν άλλοι παίκτες για αυτή την δουλειά. Εγώ από αυτόν ζητάω να οργανώσει όσο καλύτερα μπορεί το παιχνίδι της ομάδας του". Δηλαδή διαπιστώνουμε πολύ εύκολα πως και τότε στο ποδόσφαιρο υπήρχε η ταχτική. Οι προπονητές έδιναν τις δικές του οδηγίες προς τους ποδοσφαιριστές και εμείς από την πλευρά μας τις εκτελούσαμε όσο πιο καλά μπορούσαμε. Οι πιο πολλοί όμως μας άφηναν να ξεδιπλώσουμε μέσα στο γήπεδο το ταλέντο μας. Δεν μας έβαζαν σε καλούπια. Παίζαμε πιο απελευθερωμένα και αυτό απέφερε πιο ευεργετικά αποτελέσματα για την ομάδα. Εμένα προσωπικά ο Σπάσοφ μου έλεγε να κάνω ότι θέλω μέσα στο παιχνίδι. Μου είχε μεγάλη εμπιστοσύνη η αν θέλεις την είχα κερδίσει με την συνολική μου παρουσία στους αγώνες. Έκανα στην πραγματικότητα ότι ήθελα. Μου άρεσε να προσφέρω θέαμα στον κόσμο που ερχόταν να με δει. Για αυτό και πολλές φορές μου έβγαιναν πράγματα στο γήπεδο που σε άφηναν με το στόμα ανοιχτό. Όλα όμως είχαν ως αφετηρία την καλή ψυχολογία.  


Μπήκατε ποτέ στον πειρασμό να πάτε σε μια άλλη ομάδα ;  Να κοιτάξετε κάπου ψηλότερα ;

Βεβαίως υπήρχε ενδιαφέρον από ομάδες του εξωτερικού. Αλλά για εμένα προσωπικά δεν αποτελούσε προτεραιότητα. Να σου πω η αλήθεια είναι ότι δεν με ενδιέφερε τόσο πολύ. Είναι κάτι που ποτέ δεν έχω μετανιώσει. Το 1971 είχε έρθει πρόταση από την Σκωτία και συγκεκριμένα την Μόρτον. Η Ομόνοια τότε είχε ζητήσει για να με δώσει το ποσόν των 45.000 λιρών. Ο προπονητής που με ήθελε ήταν ο Έρικ Σμίθ. Έφθασε μάλιστα στο σημείο να μου στείλει και αεροπορικό εισιτήριο. Μου ανέλυσε διεξοδικά όλα τα οφέλη που θα μου εξασφάλιζε αυτή η μεταγραφή. Θα έπαιρνα περίπου 60 λίρες την εβδομάδα και θα μου έδιναν ως μπόνους 10.000 λίρες με την ολοκλήρωση της μετακίνησης μου στον σύλλογο της Σκωτίας. Η Μόρτον ήταν μια ομάδα η οποία είχε ως βασικό της πλάνο να εντάσσει νεαρούς ποδοσφαιριστές στις τάξεις της, να τους φτιάχνει και να τους πουλά σε μεταγενέστερο στάδιο σε μεγαλύτερους συλλόγους την Αγγλίας και της Σκωτίας. Ήταν ένας τρόπος για να βγάζουν χρήματα για τις ανάγκες της ομάδας τους. Μια άλλη κουβέντα που είχε γίνει ήταν με τον Ηρακλή Θεσσαλονίκης το 1969-70, αλλά δεν προχώρησε καθόλου. Μετά το 1972 προέκυψε ο σοβαρός τραυματισμός και τα περιθώρια για μια μεταγραφή στο εξωτερικό είχαν στενέψει πάρα πολύ. Ακολούθησε μια δύσκολη και επίπονη πορεία με αρκετά προβλήματα στα πόδια που είχαν ως αποτέλεσμα να σταθούν εμπόδιο στην ανέλιξη μου. 


Τι θυμάστε από την παρουσία σας στην Εθνική ομάδα ;


Το καλύτερο παιχνίδι που έχω κάνει με την φανέλα της Εθνικής ήταν απέναντι στην Πορτογαλία. Ήταν ίσως η κορυφαία εμφάνιση της καριέρας μου τόσο σαν παίκτης της Ομόνοιας όσο και της Εθνικής ομάδας. Ο κάθε ποδοσφαιριστής μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του σταδιοδρομίας έχει πάντα βαθιά χαραγμένο στο μυαλό του ένα παιχνίδι που τον έχει στιγματίσει για κάποιο λόγο. Εγώ το καλύτερο μου ματς σε ολόκληρη την καριέρα μου το είχα κάνει απέναντι στην Εθνική Πορτογαλίας. Είχαμε χάσει με 0-1 στο 88΄λεπτό. Οι εφημερίδες της εποχής αναφερόμενες σε εκείνη την αναμέτρηση είχαν γράψει με μεγάλα γράμματα μετά το τέλος του αγώνα το εξής "Ένας γίγαντας Κόκος Αντωνίου κατατρόπωσε τους φημισμένους Πορτογάλους". Είχα κάνει ένα συγκλονιστικό παιχνίδι που με ανέβασε ακόμη περισσότερο στα μάτια της κοινής γνώμης. Δεν μπορούσαν να με περιορίσουν με τίποτα. Και αυτό όμως που πετύχαμε στις 14 Φεβρουαρίου 1973 εναντίον της Βορείου Ιρλανδίας, του Τζορτζ Μπεστ και όλων των υπόλοιπων αστεριών δεν είναι λίγο πράγμα. Να σκοράρεις στο 89΄λεπτό της αναμέτρησης και να κερδίζει η χώρα σου για πρώτη φορά για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Το συναίσθημα που νιώθεις είναι μοναδικό. Ήταν μεγάλο επίτευγμα τόσο για εμένα τον ίδιο σε προσωπικό επίπεδο όσο και για την Εθνική ομάδα.



Ποιο ήταν το κορυφαίο σας παιχνίδι με τη φανέλα της Ομόνοιας ;

Έχω καθιερωθεί στην συνείδηση του κόσμου ως ένας πάρα πολύ καλός και ποιοτικός παίκτης για τον λόγο ότι έχω κάνει ως ποδοσφαιριστής στα 12 χρόνια της παρουσίας μου στον σύλλογο ανεπανάληπτα  παιχνίδια με τη φανέλα της ομάδας. Εγώ όμως εκείνα που θυμάμαι περισσότερο είναι τα δραματικά ματς τα οποία πολλές φορές κερδίζαμε στα τελευταία λεπτά. Το συναίσθημα μετά το τέλος των αγώνων ήταν τρομερό. Το 1967-68, βρεθήκαμε να χάνουμε με 2-0 από τον Πεζοπορικό, στο ημίχρονο. Στα πρώτα 20΄ λεπτά του δευτέρου μέρους το σκορ είχε γίνει 2-1. Όλα έδειχναν πως αυτό θα ήταν το τελικό αποτέλεσμα. Μάλιστα ο κόσμος άρχισε να αποχωρεί από το γήπεδο. Στο 89΄λεπτό φθάσαμε στην ισοφάριση με τον Δρόσο Καλοθέου και λίγο αργότερα στις καθυστερήσεις γυρίσαμε το παιχνίδι με 3-2, με ένα γκολ του Αντωνάκη Τσιακλή. Ήταν μια μεγάλη νίκη που ήρθε με δραματικό τρόπο για μας. Εγώ εκείνη την ημέρα είχα κάνει μια εξαιρετική εμφάνιση. Το ευχαριστήθηκα ακόμη περισσότερο γιατί ήρθε με ανατροπή. Μάλιστα οι εφημερίδες, που εκείνη την εποχή δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με το ποδόσφαιρο, την επόμενη μέρα έγραψαν λανθασμένα πως ο Πεζοπορικός είχε κερδίσει με 2-1. Ένα άλλο παιχνίδι που η απόδοση μου έπαιξε καθοριστικό ρόλο για να φθάσουμε στην νίκη, ήταν αυτό απέναντι στην εξαιρετική ομάδα της ΕΠΑ τη σεζόν 1971-72, για τα ημιτελικά του Κυπέλλου. Στην κανονική διάρκεια του ματς προηγηθήκαμε δυο φορές στο σκορ, ωστόσο είχαν καταφέρει να μας ισοφαρίσουν, με αποτέλεσμα ο αγώνας να τελειώσει 2-2. Πήγαμε στην παράταση. Στο 119΄ λεπτό έγινε μια φάση που με σημάδεψε σε όλη μου τη ζωή. Ακόμα και τώρα όταν συναντιόμαστε με τον Σωτήρη Κιάφα μας αρέσει να την επαναφέρουμε στην επιφάνεια και να την λέμε. Έγινα αποδέκτης της μπάλας πλάγια στο κέντρο του γηπέδου. Σε μια στιγμή σήκωσα το κεφάλι και είδα τον Σωτήρη Καιάφα να κινείται μέσα στην περιοχή της ΕΠΑ. Μου υπέδειξε σε πιο ακριβώς σημείο την ήθελε και εγώ επιχειρώντας μια μπαλιά ακριβείας, από απόσταση 40 μέτρων περίπου, του την έστειλα κατευθείαν συστημένη πάνω στο κεφάλι του. Το μόνο που χρειάστηκε να κάνει ήταν να σηκωθεί ελάχιστα, με το ένα πόδι από το έδαφος, και να την στείλει να πάει στη γωνιά των αντίπαλων δικτύων. Στο τέλος κερδίσαμε το παιχνίδι με 4-2, με ένα γκολ που είχε πετύχει ο Ανδρέας Κανάρης, στο αμέσως επόμενο λεπτό, μετά από κλέψιμο που είχε κάνει. Έκανα εξαιρετικό παιχνίδι και στον τελικό του Κυπέλλου της ίδιας χρονιάς απέναντι στον Πεζοπορικό. Πάλι χρειάστηκε να παίξουμε 120΄λεπτά. Μάλιστα είχα πετύχει γκολ στο τελευταίο λεπτό της αναμέτρησης. Σκόραρα σχεδόν από το κέντρο του γηπέδου. Ίσως να ήταν το πιο μακρινό σε απόσταση γκολ που έχει επιτευχθεί στην ιστορία του Κυπριακού Ποδοσφαίρου. Εκείνη την εποχή δυστυχώς δεν υπήρχαν τηλεοράσεις για να τα δείξουν αυτά. Ούτε έδιναν τόσο μεγάλη σημασία όπως συμβαίνει τώρα. Πολύ αργότερα ξεκίνησαν να ασχολούνται και να αναλύουν τα παιχνίδια.



Πως τα πηγαίνατε με τον κόσμο της Ομόνοιας ;

Θεωρώ πως για τον κόσμο της Ομόνοιας υπήρξα ιστορικά ένας από τους πιο αγαπητούς ποδοσφαιριστές που φόρεσαν τη φανέλα της. Να σου πω μόνο ένα μικρό παράδειγμα για να καταλάβεις. Το 1974 θα παίζαμε τελικό Κυπέλου με την Ένωση. Εγώ εκείνη την χρονιά, στις 9 Ιουνίου είχα εγχειριστεί. Το παιχνίδι ήταν προγραμματισμένο να διεξαχθεί 15 μέρες αργότερα. Όταν αποφάσισα να πάω στο γήπεδο για να παρακολουθήσω το ματς βρισκόμουν ακόμη στο στάδιο της αποθεραπείας. Με είχαν μεταφέρει πάνω σε αναπηρικό καροτσάκι. Ο κόσμος όταν αντιλήφθηκε την παρουσία μου, στην κυριολεξία έριξε το γήπεδο με τις κραυγές του. Στο ΓΣΠ εκείνη την ημέρα είχε 12.000 και αρκετούς ακόμη στις γύρω πολυκατοικίες. Ήταν συνεχώς όρθιος, φώναζε ρυθμικά το όνομα μου και με αποθέωνε. Αυτή ήταν μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές της καριέρας μου. Το ίδιο είχε συμβεί και το 1975. Είχα πάει στην Βουλγαρία τρεις μήνες για θεραπεία. Όταν έφθασε ο καιρός για να μπω ξανά στην ομάδα, σε ένα παιχνίδι με την Νέα Σαλαμίνα στο ΓΣΠ, ενώ το σκορ ήταν 0-0 μέχρι το 60΄λεπτό περίπου, και η ομάδα κινδύνευε, ο τότε προπονητής μου στην Ομόνοια ο Ίλτσιεφ, έδωσε εντολή να ετοιμαστώ για να μπω στον αγώνα. Πραγματικά την ώρα που έβγαζα την φόρμα στο γήπεδο έγινε σεισμός. Μπήκα στον αγωνιστικό χώρο με ανεβασμένο ηθικό και με την συνολική μου παρουσία βοήθησα τους συμπαίκτες μου να φθάσουν σε μια μεγάλη νίκη με 4-0. Ο κόσμος της Ομόνοιας με έχει αγαπήσει πάρα πολύ. Θέλω αφού μου δίνεις την ευκαιρία να τους πω ένα μεγάλο ευχαριστώ.   


Όταν τη σεζόν 1966-67 βάζατε για πρώτη φορά τη φανέλα της Ομόνοιας φανταζόσασταν τότε ότι θα είχατε αυτή την πορεία ;


Σίγουρα όχι. Έγινα μέλος μιας ομάδας που ναι μεν είχε πολύ μεγάλο κόσμο πίσω της να την ακολουθεί, αλλά μέχρι την στιγμή εκείνη στην ουσία ακόμη δεν είχε αρχίσει διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στο Κυπριακό ποδόσφαιρο. Δεν θα μπορούσα από τότε να φανταστώ το τι θα επακολουθούσε. Η Ομόνοια είχε πάρει το πρώτο της πρωτάθλημα τη σεζόν 1960-61. Ακολούθησε αμέσως μετά η διακοπή του πρωταθλήματος της αγωνιστικής περιόδου 1963-64, στις 28 Δεκεμβρίου και ενώ η ομάδα βρισκόταν στην 1η θέση της Βαθμολογίας με 18 βαθμούς, μετρώντας 6 συνεχόμενες νίκες. Χρειάστηκε να περάσει μια ολόκληρη πενταετία για να  μπορέσει να φθάσει ξανά στην κατάκτηση του δεύτερου πρωταθλήματος στην ιστορία της το 1965-66, ενώ την αμέσως προηγούμενη σεζόν το 1965, είχε πάρει το πρώτο της Κύπελλο. Εγώ τότε που έκανα τα πρώτα μου βήματα στο ποδόσφαιρο ως παίκτης της ομάδας δεν μπορούσα να φανταστώ το τι θα επακολουθούσε, αν και είχαν αρχίσει να εμφανίζονται μπροστά μου τα πρώτα σημάδια. Κάθε χρόνο η ομάδα βελτιωνόταν, παρουσιαζόταν πιο δυνατή και έκανε διαρκώς μεγάλα βήματα προς στην σωστή κατεύθυνση. Από την στιγμή που στην Ομόνοια πήρα τον ρόλο του πρωταγωνιστή οι ποδοσφαιριστές της δικής μας φουρνιάς, έδωσαν την αναγκαία ώθηση στην ομάδα για να μπορέσει να πρωταγωνιστήσει. Όταν δημιουργήθηκε η βάση της ομάδας πλέον είχε μπει το νερό στα αυλάκι. Δίπλα μας βρέθηκαν αξιόλογα ταλέντα με ποιότητα και ενθουσιασμό που συνέβαλαν με την παρουσία τους να χτιστεί μια ομάδα ικανή να κυριαρχήσει στο Κυπριακό ποδόσφαιρο. Φτιάχτηκε ένα εξαιρετικό κράμα ποδοσφαιριστών που συνδύαζαν ιδανικά την εμπειρία με την νεανικότητα.  



Τι σας έχει μείνει από αυτή την μεγάλη διαδρομή στα γήπεδα ;

Εκείνο που κρατάω είναι την καθημερινή αγάπη του κόσμου. Έχω διαπιστώσει ότι με αποδέχεται το σύνολο των φιλάθλων όλων των ομάδων της Κύπρου. Όπου πάω, σε όλα τα μέρη της πατρίδας μας, εισπράττω μεγάλο σεβασμό και εκτίμηση από τον κόσμο. Αυτό είναι κάτι που με χαροποιεί ιδιαίτερα. 


Υπάρχει επαφή με τους παλιούς σας συμπαίκτες στην Ομόνοια ;

Βεβαίως έχουμε επαφές. Και μάλιστα ταχτικότατες. Τον Όμιλο Παλαίμαχων της Ομόνοιας εγώ τον ίδρυσα μαζί με τον Νίκο Πατίκκη. Ήταν μια αποκλειστικά δική μου ιδέα που προέκυψε το 2000, όταν είχαμε πάει μαζί με τον φίλο Γιώργο Παπαμωυσέως ο οποίος είχε ιδρύσει νωρίτερα τον Σύνδεσμο Παλαίμαχων Ποδοσφαιριστών Άγιος Γεώργιος, στην Γερμανία και συγκεκριμένα στην Στουτγάρδη, για να δώσουμε φιλικό παιχνίδι, με μια αντίστοιχη ομάδα βετεράνων ποδοσφαιριστών. Μαζί μας ήταν και ο Νίκος Χαραλάμπους ο οποίος μέχρι τότε δεν είχε καμία επαφή με την Ομόνοια. Κάποια στιγμή απευθυνόμενος προς τον Νίκο Πατίκκη ο οποίος ήταν ήδη μέλος του Ομίλου Παλαίμαχων Ποδοσφαιριστών Λευκωσίας και είχε στην κατοχή σου αρκετά τηλέφωνα, τον ρώτησα πως θα του φαινόταν αν προχωρούσαμε στην δημιουργία ενός αντίστοιχου ομίλου για λογαριασμό της Ομόνοιας. Το είδα ως μια καλή αφορμή για να φέρω ξανά πίσω στην ομάδα τον Νίκο Χαραλάμπους. Να ξεχαστεί το παρελθόν και να λυθούν οι όποιες παρεξηγήσεις. Η προσφορά του προς την Ομόνοια ήταν καλά γνωστή σε όλους και θα έπρεπε πλέον όλοι μαζί να κοιτάξουμε το μέλλον ενωμένοι και αγαπημένοι. Θα αποτελούσε παράλληλα και μια καλή ευκαιρία για όλους τους υπόλοιπους παλιούς παίκτες της ομάδας, να βρισκόμαστε πιο συχνά και να τα λέμε. Από εκείνη την στιγμή τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους και έφθασαν στο σημείο που όλοι γνωρίζουμε σήμερα. Επιστρέψαμε πίσω στην Κύπρο και αρχίσαμε να υλοποιούμε αυτή την ιδέα. Πήραμε τηλέφωνο όλους τους παλιούς παίκτες της Ομόνοιας μεταξύ αυτών και τον Νίκο Χαραλάμπους. Μέχρι τότε δεν είχε καθόλου επαφή με την ομάδα. Είχε σταματήσει να έρχεται στο σωματείο και να συναναστρέφεται με τους παλιούς του συμπαίκτες. Τελικά τον πείσαμε, έβαλε νερό στο κρασί του, άλλαξε γνώμη και ήρθε να μας δει. Στην πρώτη μας συνάντηση παρευρέθηκαν 18 άτομα. Μετά το τέλος της βραδιάς είχαμε συμφωνήσει πως αυτή θα ήταν μόνο η αρχή. Όπως και έγινε. Ο Νίκος Χαραλάμπους συνέχισε να έρχεται να μας βλέπει και μάλιστα τον είχαμε εκλέξει και πρόεδρο του Ομίλου μας. Από τότε οι επαφές μας είναι ταχτικότατες. Διατηρούμε επίσης εξαιρετικές σχέσεις και με τον Όμιλο Παλαίμαχων Ποδοσφαιριστών Λευκωσίας του οποίου για χρόνια είχε διατελέσει πρόεδρος ο πρώην συμπαίκτης μας στην Ομόνοια, ο Πέπης Ιακώβου. Όπως επίσης βρισκόμαστε ανά τακτά χρονικά διαστήματα και με αντίστοιχους Ομίλους των άλλων ομάδων της Κύπρου. Πλέον δεν είμαστε καν αντίπαλοι. Διοργανώνουμε αρκετά τουρνουά και γενικώς περνάμε πολύ καλά.     


Πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά που μας είπατε κύριε Αντωνίου. Κλείνοντας τη συνέντευξη θα θέλαμε μέσω του pafossports.blogspot.com να στείλετε ένα μήνυμα στον φίλαθλο κόσμο της Ομόνοιας και της Κύπρου γενικότερα.


Θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ προς των κόσμο τόσο της Ομόνοιας όσο και των υπόλοιπων ομάδων της Κύπρου για την διαχρονική αγάπη και τον σεβασμό που εξακολουθούν να δείχνουν προς το πρόσωπο μου. Τα τελευταία χρόνια οι φίλαθλοι της αγαπημένης μου ομάδας έχουν γίνει απαιτητικοί. Όμως τα πράγματα σήμερα έχουν διαφοροποιηθεί σε σχέση με το παρελθόν. Η ψαλίδα των ομάδων έχει εκλείψει και για να μπορέσεις να φθάσεις στην επιτυχία θα πρέπει να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Τα πράγματα έχουν δυσκολέψει περισσότερο και θα πρέπει συνεχώς να στηρίζουμε την ομάδα για να μπορέσει να πετύχει τους στόχους της. Εύχομαι από του χρόνου η Ομόνοια να βαδίσει ξανά προς τον δρόμο των επιτυχιών. 


























Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Ιάκωβος Φιλίππου στο pafossports

  Ο Κύπριος κεντρικός αμυντικός Ιάκωβος Φιλίππου, γεννήθηκε στις 28 Μαρτίου του 1950 στον Άγιο Δομέτιο της Λευκωσίας. Έπαιξε για δυο συλλόγους στην καριέρα του τον Πεζοπορικό και τον Κεραυνό. Από τους παίκτες που κόσμησαν με την παρουσία τους τα Κυπριακά γήπεδα. Παίζοντας κυρίως με μυαλό, δύναμη, πολύ καλή αντίληψη των φάσεων και σωστές τοποθετήσεις, αποτέλεσε τον στυλοβάτη της "πράσινης" άμυνας. Αμυντικός πολύ μεγάλης αξίας, ήταν πραγματική εγγύηση για τα μετόπισθεν της ομάδας. Φόρεσε, ίδρωσε και τίμησε τη φανέλα του Πεζοπορικού τη δεκαετία του 1970, κερδίζοντας την παντοτινή αγάπη των φίλων του, αλλά και των σεβασμό του συνόλου των Κυπρίων φιλάθλων.   Το pafossports φιλοξενεί σήμερα μια παλιά δόξα του Πεζοπορικού, τον Ιάκωβο Φιλίππου. Έναν παλιό άσσο των γηπέδων που ξεκίνησε την καριέρα του από τον ιστορικό σύλλογο της Λάρνακας, που φόρεσε αυτή τη φανέλα για 11 χρόνια, μια ολόκληρη ζωή. Σε μια μεγάλη συνέντευξη ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις του λέγοντας μας παλιές και ενδιαφέρο

Ο Στέλιος Σοφοκλέους στο Pafossports

  Ο Στέλιος Σοφοκλέους  (Αγία Μαρίνα Χρυσοχούς , 22 Φεβρουαρίου 1969) είναι Κύπριος πρώην ποδοσφαιριστής, ο οποίος αγωνιζόταν στην θέση του αμυντικού μέσου. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στον Φοίνικα Αγίας Μαρίνας. Οι εντυπωσιακές του εμφανίσεις με την ομάδα του χωρίου του τράβηξαν την προσοχή των ανθρώπων του ΑΠΟΠ και στα 20 του χρόνια φόρεσε τη φανέλα του ιστορικού συλλόγου της Πάφου γράφοντας την δική του ξεχωριστή ιστορία. Ακολούθησε η μεταγραφή του στον Απόλλωνα στον οποίο έπαιξε μπάλα για τρία χρόνια πριν επιστρέψει και πάλι στην Πάφο αρχικά για τον ΑΠΟΠ και στην συνέχεια φυσικά για την Α.Ε. Πάφου που αποτέλεσε το τελευταίο κεφάλαιο στην καριέρα του.  Το Pafossports φιλοξενεί σήμερα άλλη μια παλιά δόξα του ΑΠΟΠ, του Απόλλωνα και της Α.Ε. Πάφου τον Στέλιο Σοφοκλέους. Έναν παλιό άσσο των γηπέδων που ξεκίνησε την καριέρα του στον ιστορικό σύλλογο της Πάφου, φορώντας αυτή τη φανέλα για 8 χρόνια, πήρε μεταγραφή για τον Απόλλωνα και επέστρεψε στη πόλη που αγάπησε για να κλίσει την καρι

Ανδρέου Χριστάκης Μαρξ

  Ο Ανδρέου Χριστάκης Μάρξ γεννήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου του 1964 στην Αμμόχωστο και είναι παλαίμαχος ποδοσφαιριστής του ΑΠΟΠ.  Μέλος της ομάδας του ιστορικού συλλόγου της πόλης μας για δεκαπέντε χρόνια, αποτελεί έναν από τους εξέχοντες ποδοσφαιριστές που φόρεσαν την φανέλα της. Λόγο του πολυσύνθετου ταλέντου του, μπορούσε να αγωνιστεί ως λίμπερο, χαφ και σε πολλές ακόμα θέσεις. Το pafossports   φιλοξενεί σήμερα άλλη μια παλιά δόξα του ΑΠΟΠ, τον Ανδρέου Χριστάκη Μάρξ. Ένα παλιό άσσο τον γηπέδων που ξεκίνησε και έκλεισε την καριέρα του στον ιστορικό σύλλογο της Πάφου, που φόρεσε την αυτή την φανέλα 15 χρόνια, μια ολόκληρη ζωή. Σε μια μεγάλη συνέντευξη ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις του λέγοντας μας παλιές και ενδιαφέρουσες ιστορίες από το παρελθόν. Πως ξεκίνησε το ποδόσφαιρο, ποιος τον ανακάλυψε στις αλάνες τις Πάφου, πως έζησε την πρώτη του παρουσία στην Α’ Κατηγορία με τη φανέλα του ΑΠΟΠ, γιατί δεν πήρε μεταγραφή σε άλλη ομάδα, τι θυμάται από αυτή τη μεγάλη διαδρομή στα γήπεδα. Παράλληλα ο